Η “κοινωνία των μασκοφόρων” και η “πολιτική γιγάντωση Μητσοτάκη” στην εποχή του κορονοϊού

Του Γ. Λακόπουλου

 Οι επιστήμονες αποφαίνονται ότι η χρήση της μάσκας προφυλάσσει από τον κορονοϊό και πάντως περιορίζει την εξάπλωσή του. Προφανώς έχουν τους λόγους τους από τη σκοπιά τους.

Τότε όμως γιατί το συζητάμε; Στη Βουλή, στα ΜΜΕ, στα καφενεία, στις παρέες; Για δυο λόγους:

Ο ένας είναι ότι οι επιστήμονες μπορεί να έχουν το δίκιο τους, αλλά ουδείς τους ανέθεσε να πάρουν πολιτικές αποφάσεις ή να κυβερνήσουν μια χώρα.

Αλλιώς δεν θα κάναμε εκλογές, αλλά θα χρίζαμε πρωθυπουργό τον εκάστοτε πρύτανη του Πανεπιστήμιου Αθηνών. Και μεταξύ  μας: πιο  χρήσιμο θα ήταν να πρωθυπουργεύει ο Ηλίας Μόσιαλος από τους κληρονόμους της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας.

Οι επιστήμονες, οι γιατροί εν προκειμένω, έχουν μόνο κριτήριο. Να σώσουν-κλινικά- τον πάσχοντα άνθρωπο. Οι πολιτικοί όμως έχουν και άλλες ευθύνες: να σώσουν την οικονομία, την κοινωνία, τις σχέσεις των ανθρώπων, το μέλλον της χώρας. 

Γι’ αυτό κι ένας πολιτικός μπορεί να βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να πάρει αποφάσεις που δεν θα χρειαστεί ποτέ να πάρει ένας  επιστήμονας: π.χ. να στείλει ένα τάγμα στρατιωτών στο θάνατο για να σώσει τους υπολοίπους.

Γι’ αυτό και όταν οι επιστήμονες εισηγήθηκαν στον Τρούμαν να ξεμπλέξει με τη Σοβιετική Ένωση και τον κομμουνισμό με την απειλή της ατομικής βόμβας, που μόλις είχε οδηγήσει στη λήξη του τον πόλεμο, δεν το έκανε.

Άρα, λοιπόν, ενώ η μάσκα είναι αυτονόητη από την πλευρά ενός επιστήμονα, προκαλεί αντιδράσεις όταν ένας πολιτικός κρύβεται πίσω από αυτό τον επιστήμονα για να την επιβάλλει.

Αυτό ακριβώς κάνει ο Μητσοτάκης από την αρχή του κορωνοϊού: βάζει μπροστά τους γιατρούς. Αν αυτό που συστήνουν αποδώσει, το πιστώνεται ο  ίδιος. Όχι ως επιστήμων φυσικά, αλλά ως  πολιτικός που έχει επιλέξει σε ποιους επιστήμονες θα αναθέσει να του εισηγηθούν τι πρέπει να πράξει.  Και στη συνέχεια αναθέτει στον Χαρδαλιά να κόβει πρόστιμα σε όποιον δεν τον πράττει.

Δουλεύει, αλλά όχι όταν έχει να κάνει με ανήλικα παιδιά. Η επιμονή του να  τους φορέσει μάσκα από το νηπιαγωγείο -γιατί όχι και από το μαιευτήριο;-  δεν φαίνεται να πείθει τις μικρές ηλικίες.

 Όχι γιατί δεν θα υπακούσουν- ως παιδιά. Αλλά γιατί θα ήταν αρκετό να  υποχρεωθούν τη χρήση μάσκας οι ενήλικοι- δάσκαλοι, εργαζόμενοι στην εκπαίδευση κ.λ.π.- και τα παιδιά να προσαρμοστούν δια του παραδείγματος.  

Ήτοι όχι με την παιδονομία του κάθε Χαρδαλιά, που δεν αντιλαμβάνεται πως όταν λέει ότι δεν θα επιτρέψει σε ένα παιδί «να μπει στην τάξη χωρίς μάσκα» κινδυνεύει να μην μπει κανένα.   

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο υπάρχει αντίδραση σε ένα αυτονόητο μέτρο προστασίας σαν τη μάσκα είναι η εμπειρία που έχει κάθε πολίτης από την  ιδιοτελή προσπάθεια της κυβέρνησης στην πρώτη φάση της πανδημίας, όχι απλώς να πιστωθεί την επιτυχή αντιμετώπιση του κορονοϊού -που θα συνέβαινε ούτως η άλλως, αλλά να την μετατρέψει  επικοινωνιακά σε τεκμήριο “πολιτικής γιγάντωσης” του Κυριάκου Μητσοτάκη, κατά τη διατύπωση  του καθηγητή Διαμαντόπουλου

Και οι πέτρες έβλεπαν τον περασμένο Απρίλιο ότι στην κυβερνητική οργάνωση κατά του κορονοϊού είχε περίοπτη θέση, αν δεν κυριαρχούσε κιόλας, η προσπάθεια να βγάλει πολιτικό όφελος για τον εαυτό του ο Πρωθυπουργός.

Ήταν ενοχλητικό. Αλλά η κοινωνία δεν χρησιμοποίησε πολιτική ιδιοτέλεια όπως ο ίδιος. Όλοι συντάχθηκαν με τη την τήρηση των μέτρων, παρά τη βαρβαρότητα τους συστήματος Χαρδαλιά που μπέρδεψε την πολιτική του αναβάθμιση με την επιβολή αστυνομικού τύπου υγειονομικών κανόνων.

Σήμερα στο συλλογικό υποσυνείδητο η αίσθηση ότι ο Μητσοτάκης επιχειρεί  ριμέικ της πολιτικής διαχείρισης που έκανε για πάρτη του την άνοιξη  διαμορφώνει αντιστάσεις.

Αν πρόκειται να συνταχθούμε με μια επιστημονική υπόδειξη να το κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε την επιδημία. Όχι για να κάνουμε μάγκες όσους επενδύουν πολιτικά στο αποτέλεσμα που θα φέρει η πειθαρχία των άλλων.

 Από αυτή τη άποψη ο Πρωθυπουργός και το σύστημα που μεταφέρει στο πεδίο της επικοινωνίας για λογαριασμό του ακόμη και αυτονόητες υποχρεώσεις του, θυμίζουν τον βοσκό με τον λύκο.

Κοινωνίες σε ακινησία δεν υπάρχουν και ησυχία νεκροταφείου δεν μπόρεσε να επιβάλει κανείς σε κανένα λαό και για κανένα λόγο. Πόσο μάλλον όταν   από την αξίωση για κυβερνητικό έλεγχο των διαδηλώσεων, φτάσουμε στο σημείο να μπαίνουν σε καραντίνα οι υγείας, αντί να μπαίνουν οι ασθενείς.