Κεντροαριστερά: Τοπίο στην ομίχλη

Του Γ. Λακόπουλου

Σ’ ένα πολιτικό περιβάλλον στο οποίο το κυρίαρχο στοιχείο είναι η επιβίωση της χώρας δια μέσου της  καλύτερης δυνατής ολοκλήρωσής της δεύτερης αξιολόγησης του τρίτου Μνημονίου -που συνυπέγραψαν όλα τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα το 2015- οι διεργασίες για τη συγκρότηση νέου φορέα της Κεντροαριστεράς μοιάζουν το ίδιο ανούσιες -αλλά και ατελέσφορες. Όσο ήταν όταν προσπάθησε να τις πυροδοτήσει, ως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο Βαγγέλης Βενιζέλος με την «Ελιά».

Τελικά είναι αμφίβολο αν μπορεί σήμερα κανείς να μιλήσει για την ύπαρξη  πραγματικού πολιτικού χώρου ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μια το ιμπέριουμ του Αλέξη Τσίπρα είναι ακόμη ορατό σ’ αυτήν τη περιοχή του πολιτικού φάσματος και από την άλλη το δέλεαρ της ενδεχομένης εξουσίας του Κυριάκου Μητσοτάκη γίνεται όλο και πιο σκανδαλιστικό για πολλούς.

Παρόλα αυτά πρόσωπα, κόμματα και ομάδες προσπαθούν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους μιλώντας για την ενοποίηση  του  χώρου και συμβάλλοντας  στο ακριβώς αντίθετό: την αμοιβαδοποίησή του.

Ο πιο ισχυρός  πόλος αυτού του χώρου – το ΠΑΣΟΚ –  οργανώνει την αυτοεξαφάνισή του, καθώς η σημερινή πρόεδρός του δείχνει να θεωρεί τον εαυτό της υπέρτερο μέγεθος του κόμματος που παρέλαβε και επιδιώκει να δημιουργήσει νέο σχήμα, με άλλο όνομα και άλλα σύμβολα, στο  οποίο ελπίζει να άρχει ίδια.

Προκειμένου να το πετύχει αυτό η Φώφη Γεννηματά αλλοιώνει διαρκώς τα χαρακτηριστικά του ΠΑΣΟΚ. Από τη μια με τον ανίερο προσεταιρισμό του Γ. Παπανδρέου και από την άλλη με την  απροκάλυπτη στοίχισή της  στη γραμμή του Κυριάκου Μητσοτάκη..

Ήδη εγκαταλείπει την πολιτική του «διμέτωπου» και παίρνει θέσεις που την τοποθετούν διαρκώς στη ζωτική περιοχή της ΝΔ.  Από τον εκλογικό νόμο μέχρι την αξιολόγηση. Δείχνει έτοιμη να υπερβεί και  ην πρακτική  του Βενιζέλου, που κατέστησε το ΠΑΣΟΚ «μικρό αδελφάκι» της ΝΔ του Σαμαρά.  Άλλωστε η σύγκλιση με τη ΝΔ είναι το μόνο που τους συνδέει  και κρατάει ακόμη τον πρώην πρόεδρο στο κόμμα.

Με τα χαρακτηριστικα που προσπαθεί να δώσει η Γεννηματά στο σημερινό ΠΑΣΟΚ και την εξαφάνισή του, υπέρ του προσωπικού της κόμματος που σχεδιάζει, τα βασικά κεντροαριστερά στοιχεία του χάνονται. Η ίδια προκήρυξε συνέδριο για τον Ιούνιο, χωρίς να  ξεκαθαρίζει αν θα υπάρχει  εκλογή ηγεσίας από τη βάση, ή  θα παραμείνει η ίδια χωρίς εκλογές.

Με τη σύμφωνη γνώμη του Γ. Παπανδρέου και αντάλλαγμα την ευκαιρία να  παραμείνει πρόεδρος της διαβόητης «Σοσιαλιστικής Διεθνούς» με πρόταση  και λεφτά του  ΠΑΣΟΚ.

Στην ουσία όμως η Φώφη αποσύροντας το ΠΑΣΟΚ αποδυναμώνεται και η ίδια. Άσχετα αν αυτή τη στιγμή ο πραγματικός εσωκομματικός της αντίπαλος Νίκος Ανδρουλάκης – ως εκπρόσωπος της επομένης γενιάς- προτιμάει την  εμπειρία του Ευρωκοινοβουλίου και δεν θα την αμφισβητήσει.

Εκ παραλλήλου η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία φλερτάρει πάντα με τον Αλέξη Τσίπρα και μόνο η συγκυβέρνηση με τον Καμμένο εμποδίζει την πλήρη ένταξή του και τον εξοβελισμό του ΠΑΣΟΚ σε δεύτερο ρόλο. Άλλωστε η μέχρι τώρα εκπροσώπησή του από τη Φώφη δεν προκαλεί ενθουσιασμό στους ευρωσοσιαλιστές.

Δίπλα στη «συμμαχία των γόνων» και τις άδηλες συμφωνίες Γεννηματά- Παπανδρέου, άλλοι  παράγοντες – πρώην υπουργοί του ΠΑΣΟΚ κατά κύριο λόγο-  όταν δεν συναντούν αδιέξοδα τα κατασκευάζουν οι ίδιοι.  Π.χ. η  κοινή πρωτοβουλία των Γιάννη  Ραγκούση, Άννας Διαμαντόπουλου και Γ. Φλωρίδη, αντί να αξιοποιήσει το προφίλ των δυο πρώτων – ήτοι την υπεροχή τους  σε ό,τι αφορά την προσωπική συγκρότηση έναντι της Φώφης – και να  επιδιώξει επιθετικά συγκρότηση σχήματος ικανού να μετάσχει στις εκλογές, άρχισε να κινείται οριζοντίως με ανούσιες συγκεντρώσεις  στην περιφέρεια και άκοσμες διεργασίες  παρασκηνίου.

Οι  τρεις δεν είναι σε θέση να υπολογίσουν τις δυνάμεις τους,  αλλά δεν έχουν ακόμη κοινό βηματισμό, καθώς για παράδειγμα η Διαμαντοπούλου δεν δέχεται τον όρο «κεντροαριστερά». Πρακτικά υπάρχουν ακόμη και θέματα εμπιστοσύνης μεταξύ τους.

Η τελευταία εξέλιξη τείνει να τους θέσει  …υπό τον Σταύρο Θεοδωράκη. Αν  υπάρξει συμπόρευση των τριών με το Ποτάμι ο Σταύρος, ως  μόνος κοινοβουλευτικός αυτή τη στιγμή, έχει το πάνω χέρι και ασφαλώς θα το αξιοποιήσει- αν πράγματι στηθούν κάλπες για την ανάδειξη επικεφαλής σε ενδεχόμενο κοινό σχήμα .

Πάντως και σ΄αυτή τη σύγκλιση τα πράγματα είναι θολά. Η  Διαμαντοπούλου δήλωσε ότι «με το Ποτάμι κινούμαστε στην ίδια κατεύθυνση για τη δημιουργία του νέου ενωμένου προοδευτικού φορέα». Ο Σταύρος  Θεοδωράκης είπε ότι συμπλέει με την πρωτοβουλία – αλλά ο Σπύρος Λυκούδης δεν συμφωνεί καθόλου. Και ο  Ραγκούσης δεν μίλησε ακόμη.

Στην πράξη  το Ποτάμι αποσυντίθεται και επί των ερειπίων του η ΝΔ και η Φώφη Γεννηματά κάνουν ασκήσεις εξευτελισμού της πολιτικής: υιοθετούν, αν δεν παροτρύνουν, βουλευτές που βγήκαν με τη σημαία του Θεοδωράκη. Αν στη Δεξιά η έννοια της αποστασίας δεν αποτελεί στίγμα, για το ΠΑΣΟΚ συνιστά παραβίαση ηθικών κανόνων.

Ο κόσμος της κεντροαριστεράς έχει κουραστεί από ατελείωτες διαβουλεύσεις χωρίς πολιτικό πρόταγμα, χωρίς προτάσεις και λύσεις. Το κρίσιμο είναι η πολιτική ατζέντα και μία σύγχρονη πρόταση διακυβέρνησης της χώρας να γίνουν κτήμα της κοινωνίας για να υπάρξει ένα ισχυρό, σύγχρονο, προοδευτικό, σοσιαλδημοκρατικό ρεύμα που θα πρωταγωνιστήσει στην εθνική συνεννόηση που έχει ανάγκη η χώρα για να βγει από την κρίση και τα μνημόνια.

Σ’ αυτό το τριγωνικό παιχνίδι η πιο υγιής πλευρά είναι η … τέταρτη. Ήτοι η ΔΗΜΑΡ του Θανάση Θεοχαρόπουλου που μετέχει στη σύμπραξη με το ΠΑΣΟΚ, χωρίς επηρεασμούς από κέντρα εκτός πολιτικής,  με συνέπεια στις ιδεολογικές αρχές του και σεβασμό στις πολιτικές θέσεις του, όπως έδειξε στάση του στην υπόθεση της απλής αναλογικής και των πρόωρων  εκλογών.

Από την πλευρά της η κίνηση «Δημοκρατική Ευθύνη» αποκτά κάποιο ενδιαφέρον μόνο στις περιπτώσεις εκδηλώσεων με ομιλητή τον Αλέκο Παπαδόπουλο, που τη συνδράμει. Πέραν αυτών που συνθέτουν κατ’ ουσίαν ένα παιχνίδι παραγόντων δεν υπάρχει  ενδιαφέρον. Η εικόνα είναι απογοητευτική.

Όπως έχουν τα πράγματα προοπτική για την Κεντροαριστερά δεν υπάρχει. Παραμένει διασπασμένη και χωρίς κυρίαρχη φυσιογνωμία που θα την εκπροσωπήσει. Ήδη διακρίνεται εύκολα ότι οι εμπλεκόμενοι στις διεργασίες επιδιώκουν απλώς την παρουσία τους στην επόμενη Βουλή. Π.χ. η ομάδα του Παπανδρέου  διχάζεται ανάμεσα στην ιδέα να διεκδικήσει ο ίδιος την ηγεσία έναντι της Φώφης και στην τακτική να μπουν όσο το  δυνατόν περισσότεροι δικοί του στη Βουλής με το κόμμα της και την επομένη να αποσχιστούν.

Στο επόμενο διάστημα δεν αναμένεται κάτι εντυπωσιακό. Με φόντο την προϊούσα πόλωση ανάμεσα στα δυο κόμματα εξουσίας, οι  αψιμαχίες των «κεντροαριστερών» θα πάρουν ακόμη και χαρακτηριστικά «ξεκατινιάσματος» -μεταξύ τους, αν δεν πήραν ήδη. Το αποτέλεσμα θα είναι η διαρκής αποδυνάμωση με κίνδυνο να μην εκπροσωπείται κανείς στην επόμενη Βουλή.   

Η ελληνική Κεντροαριστερά, μέγεθος  συμπληρωματικό, αλλά και διαφορετικό, από την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία  έτσι όπως την οριοθέτησε ο Ανδρέας Παπανδρέου -από την προδικτατορική περίοδο ήδη- και προσπάθησε να την εκφράσει ο Κ. Σημίτης, που σήμερα επιδιώκει ρόλο «πατερούλη», εκπνέει.

Οι επίγονοι τους αποδείχθηκαν λίγοι για τόσο μεγάλο εγχείρημα -αν και σε κάποιες περιπτώσεις ελέγχονται και οι προθέσεις τους…