Μια ανύπαρκτη βιομηχανία

Του Ξενοφώντα Ε. Μαυραγάνη

Στα ράφια των μεγάλων σύγχρονων παντοπωλείων, των σούπερ μάρκετς, όπως τα αποκαλούμε, χωρίς να έχει καθιερωθεί η αγγλική ως επίσημή μας γλώσσα, όπως είχε εισηγηθεί η κυρία Διαμαντοπούλου, πολύ πριν τιμηθεί με το αξίωμα της συμβούλου του δ.σ. της Κόκα Κόλα,  βλέπει κανείς ζάχαρη διαφόρων ποιοτήτων, προελεύσεων και χρωμάτων.

Για όποιον  ψάχνει για ελληνικά προϊόντα, σύμφωνα και με την σύγχρονη κυβερνητική προτροπή,  εντύπωση προκαλούν δυο συσκευασίες που φέρουν τις ενδείξεις της αλήστου μνήμης Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης Α.Ε.

Η μία με την φωτογραφία ενός μικρού κοριτσιού (σήμα κατατεθέν της ΕΒΖ) γράφει ότι το περιεχόμενο «παράγεται από ζαχαρότευτλα που καλλιεργούνται στην Ε.Ε. και συσκευάζεται  στην Ελλάδα από την Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης Α.Ε. Μητροπόλεως 34, Θεσσαλονίκη».

Η δεύτερη  που δεν δίνει στοιχεία παραγωγής και συσκευασίας, αναγράφει απλώς «ΚΡΙΣΤΑΛΚΟ ΕΛΛΕΝΙΚ  Μητροπόλεως 34, Θεσσαλονίκη». Αναφέρεται δηλ.  στην ίδια  διεύθυνση,   της έδρας της ΕΒΖ, όπου προφανώς στεγάζεται  η επιχείρηση  που εμπορεύεται  την ζάχαρη και  της δεύτερης συσκευασίας, δίνοντας την εντύπωση στον αγοραστή ότι πρόκειται για ένα και το αυτό προϊόν, προωθούμενο στην αγορά με δύο  μορφές.

Στο ταμείο όμως διαπιστώνει ότι η χρέωση είναι διαφορετική, με πολύ μεγάλη απόσταση  μεταξύ των δύο. Η μεν ΚΡΙΣΤΑΛΚΟ ΕΛΛΕΝΙΚ χρεώνεται  65 λεπτά το πακέτο του ενός κιλού, η δε Ζάχαρη ΕΒΖ Ευρωπαϊκής προέλευσης, 82 λεπτά. Διαπιστώνει δηλαδή  μια παραπλάνηση του μέσου πελάτη, που δεν ερευνά τις λεπτομέρειες, πιστεύοντας  ότι και στη μία και στην άλλη περίπτωση προμηθεύεται ένα ελληνικό προϊόν.

Δεν συμβαίνει όμως αυτό γιατί απλούστατα μια ιδιωτική επιχείρηση, στην οποία έχει εκμισθωθεί  η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης, για να ενισχύσει, υποτίθεται, την ελληνική αγροτική παραγωγή των Σερρών και της Ημαθίας, εκμεταλλεύεται με τον χειρότερο τρόπο την εμπιστοσύνη του καταναλωτή, αφήνοντας ταυτόχρονα απροστάτευτο τον Έλληνα τευτλοπαραγωγό, που μη έχοντας αγοραστή της παραγωγής του, σταματά την καλλιέργεια. Με τις γνωστές συνέπειες για την ελληνική αγροτική παραγωγή, αλλά και για την απασχόληση στην χειμαζόμενη ελληνική επαρχία.   

 Σε δημοσίευμα της Εφημερίδας των Συντακτών, της 19ης Δεκεμβρίου 2019, καταγγέλλονταν, τόσο από τους τευτλοκαλλιεργητές, όσο και από τους εργαζόμενους στα δύο εργοστάσια  της ΕΒΖ, πως η μισθώτρια εταιρία, συνεργαζόμενη με την δανείστρια Τράπεζα Πειραιώς, δεν προτίθεται να πληρώσει τους προμηθευτές αγρότες, αλλά ούτε και να καταβάλει τις οφειλόμενες αμοιβές στους απασχολούμενους στα δύο εργοστάσια, επικαλούμενη οικονομική στενότητα, την οποία όμως δεν είχε προβάλλει όταν υπέγραφε την σύμβαση μίσθωσης. Μιας σύμβασης, που  καταρτίσθηκε μέσα στα πλαίσια της πλήρους ιδιωτικοποίησης των πάντων, κανόνα που είχε στα σχέδιά της η κυβέρνηση  Μητσοτάκη, πριν της προκύψει  ο κορονοϊός και αγαπήσει ξαφνικά και παράφορα τον δημόσιο τομέα στην λειτουργία του Κράτους.

Έτσι σήμερα,  δέκα μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τους θιασώτες της νεοφιλελεύθερης οικονομίας, οι εναπομείνασες συσκευασίες της ΕΒΖ, χρησιμοποιούνται για να παραπλανούν τον καλόπιστο αγοραστή, πως προμηθεύεται ένα ελληνικό προϊόν, ακριβότερο κατά 17 λεπτά, από το αντίστοιχο της ίδιας εταιρίας, που δεν αναφέρει όπως είναι υποχρεωμένη από το νόμο στην συσκευασία, στοιχεία προέλευσης, την ίδια ώρα που τευτλοπαραγωγοί και εργάτες, παραμένουν απλήρωτοι. Προς δόξαν της προεκλογικής  επαγγελίας, πολλές θέσεις εργασίας, καλά αμειβόμενες.