Ο ΣΥΡΙΖΑ μονοδρομείται για την Αχτσιόγλου, αλλά ο Τσακαλώτος υπερτερεί – Η παραφωνία Παππά και ο ρόλος του Τζουμάκα

Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος

Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Η κομπανία της διαπλοκής επιμένει να επιλέγει αρχηγούς κομμάτων και πρωθυπουργούς.  Το είδαμε στο παρελθόν με το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, το βλέπουμε τώρα  με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Η κυρία Έφη Αχτσιόγλου-πιστεύει ότι- βαδίζει προς την ηγεσία.΄Αλλά το βασικό «ατού» της είναι η  ολόθερμη συμπαράσταση των συμφερόντων που διαχρονικά έχουν σταθεί απέναντι στον Ανδρέα Παπανδρέου, τον Κώστα Καραμανλή και τον Αλέξη Τσίπρα.   

Δια της -ενδεχόμενης- εκλογής της ο  ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει πρώην κόμμα του Αλέξη Τσίπρα.  Ήδη με διάφορες περικοκλάδες η επίδοξη διάδοχός του  υιοθετεί την περίφημη θεωρία: «Δεν υπάρχει Δεξιά και Αριστερά». 

Η πρώην υπουργός έχει εκχωρήσει τη δημόσια σκηνοθεσία της στο  «σύστημα» που διαμορφώνει γι’ αυτήν όρους επικράτησης.

Προς το παρόν η παρουσία της έχει πέραση έξω από τα κομματικά τείχη.  Αλλά αυτοί που θα ψηφίσουν για τον επόμενο επικεφαλής του κομματος – καμία 50.000 άνθρωποι στην καλύτερη περίπτωση- δεν επηρεάζονται από τις αγιογραφίες των παραδοσιακών σταυροφόρων κατά του Τσίπρα στα ΜΜΕ.

Η «προτιμητέα» υποψήφια της Κουμουνδούρου προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο πνεύμα των επικοινωνιακών χορηγών της και στις ενδοκομματικές ιδιομορφίες- που την ανέδειξαν άλλωστε.

Από τη μια δίνει ρεσιτάλ γενικότητας με «επιπεδοποιημένο» λόγο, από τον οποίο δεν προκύπτει καμιά πολιτική πρωτοβουλία- με βάση ορισμένη ιδεολογική ταυτότητα. Εύπεπτος βερμπαλισμός, περί διαγραμμάτου χωρίς το βασικό στοιχείο της πολιτικής: τη σύγκρουση, επί των ιδεών, με φόντο το κοινωνικό ανάγλυφο.

Με το σόφισμα «το ερώτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ της νέας εποχής δεν είναι αν θα στρίψει προς τα αριστερά ή προς το κέντρο», μπορεί να πάρει μέρος σε διαγωνισμό απολιτίκ ατάκας. Αν δεν είναι η καθαρή θέση σ’ αυτό το θέμα η  πεμπτουσία της πολιτικής , τότε τι είναι; Να μην πειράζει τους δημοσιογράφους, για να μην την πειράζουν; 

 Αναφέρεται σε κάποιο «σχέδιο», αλλά δεν το παρουσιάζει. Το θέτει ως  «ερώτημα κατά πόσο  εκφράζει πραγματικά τους ανθρώπους που επιδιώκουμε να εκπροσωπούμε». Χωρίς να ξεκαθαρίζει ποιους εκπροσωπεί, επιχειρεί να δείξει ότι τους… εκπροσωπεί όλους! 

Αυτοί που την περιγελούσαν επειδή πέταξε  μια μπαρούφα για την «κανονικότητα» θέλουν να την επιβάλλουν τώρα ως αντι-Τσίπρα «κανονικότητα». Ωραία αριστερά.

Δεν  παρουσιάζει ούτε καν κατά πόσο το «σχέδιό» της, «απαντά σε συγκεκριμένες απαιτήσεις και συγκεκριμένα ερωτήματα, με έναν ανάλογα συγκεκριμένο τρόπο».  Κάτι σαν Μαντείο τον Δελφών.

Η ίδια ειδικεύεται σε άλλους χρησμούς: « Η επιτυχία της Νέας Δημοκρατίας, έγκειται στο ότι κατάφερε να πείσει, έστω προσωρινά, την ελληνική κοινωνία, ότι αυτό είναι το καλύτερο που μπορούμε να έχουμε».

Με πέντε συνεχόμενες  νίκες- και άλλες δυο που έχει μπροστά της – η ΝΔ  πείθει μόνο…«προσωρινά»;

Η αποθέωση της προεκλογικής αερολογίας

Η πολύ-προβεβλημένη υποψήφια δίνει τη μάχη για «να κάνουμε πράξη το μεγάλο μας όραμα για μια κοινωνία ισότητας, δικαιοσύνης και ελευθερίας»-  με την συνδρομή αυτών που τη στηρίζουν λίγο χλωμό – προχωρώντας «συλλογικά και συντεταγμένα».  Αλλά από πού της προκύπτει ότι «η κοινωνία μας περιμένει”;  Τα  4-5 τελευταία χρόνια το αντίθετο δείχνει.

Ποιος θα την πάρει στα σοβαρά όταν μετά από μια συντριπτικη εκλογική ήττα αποφαίνεται ότι «εκατομμύρια ανθρωποι, ανεξάρτητα από την όποια επιλογή έκαναν στις τελευταίες εκλογές, αναζητούν προοπτική και κοιτούν προς τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ»;

Η αποθέωση της προεκλογικής αερολογίας είναι ότι μετά από τα ωραία και θαυμαστά που θα κάνουν τον ΣΥΡΙΖΑ «κόμμα με συλλογική ευφυΐα» και άλλα συναφή,  το ρίχνει στην ψηφοθηρία:  «Την επόμενη μέρα δεν περισσεύει κανείς».

Δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι άλλο κόμμα με τους  ίδιους στη μαρκίζα; Πολάκης,  Φίλης, Σκουρλέτης, Τζανακόπουλος, Παπαδημούλης, Βούτσης,  Παππάς  και βάλε … Αν δεν τους αντικαταστήσει, θα τους κάνει  σεμινάρια  και υπνοπαιδεία, για να γίνουν ό,τι δεν ήταν ως τώρα;

Οι άλλοι υποψήφιοι για την ηγεσία

Κακά τα ψέματα. Στον ΣΥΡΙΖΑ λείπει το πρώτο που απαιτείται στην πολιτική: ηγεσία.  Κέντρο παραγωγής πολιτικής και ιμάντας μεταφοράς της στην κοινωνία. Τουλάχιστον αν μιλάμε για ηγέτη που μπορεί να διακριθεί ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και ως εκ του υποψήφιος Πρωθυπουργός. Στον μετά Τσίπρα ΣΥΡΙΖΑ η εικόνα δεν περιλαμβάνει το είδος.

Από τους υποψηφίους ο Στεφ. Τζουμάκας, μπήκε στην κούρσα για να δώσει με αγωνιστική αξιοπρέπεια την τελευταία  -χαμένη- μάχη της γενιάς του και δεν τιμά όσους από την ιδια γενιά τον κάλεσαν να την αποσύρει. Συμμετέχει για να πολιτικοποιήσει τη διαδικασία, όχι για να την κερδίσει.

Η υποψηφιότητα του Νίκου Παππά απλώς είναι μειονέκτημα για την πολιτική – και  καθόλου κολακευτική για την ιστορική υπόσταση του ΣΥΡΙΖΑ.  Αλίμονο  αν στην ευρύτερη Δημοκρατική Παράταξη υπάρχουν κόμματα που «αντέχουν» να συζητούν για ενδεχομένη ηγεσία με το προφίλ του.  

Τι μένει; Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Φραξιονιστής και μειοψηφικός, με κάποιο ελιτισμό σε προσωπικό επίπεδο. Αλλά έχει βιογραφικό που του επιτρέπει να δηλώνει κάτι που δεν  μπορούν να  κάνουν η Αχτσιόγλου και ο Παππάς: πρωθυπουργήσιμος- τεχνικά τουλάχιστον.

Μιλώντας στον Κώστα Γιαννακίδη- για « το Βήμα», αφού δήλωσε «φυσικά και πιστεύω ότι μπορώ να κερδίσω, αλλιώς δεν θα κατέβαινα », είναι ο μόνος που απαντάει καταφατικά  στην ερώτηση: «φαντάζεστε τον εαυτό σας πρωθυπουργό;»  -χωρίς να προκαλέσει μειδιάματα.

Έχω την εμπειρία που μου προσέφερε η συμμετοχή στο Eurogroup, η διαπραγμάτευση και οι συζητήσεις με ανθρώπους όπως ο Ομπάμα, η Μέρκελ, ο Σόιμπλε. Έχω ευρωπαϊκό προφίλ και δικτύωση έξω από την Ελλάδα, κάτι που είναι σημαντικό για έναν πρωθυπουργό. Και φυσικά έχω αποδείξει και στη Βουλή ότι μπορώ να αντιμετωπίσω τον κ. Μητσοτάκη με επιχειρήματα».

Τα υπόλοιπα που συζητούν αυτή την εποχή τον ΣΥΡΙΖΑ είναι λίγο- πολύ  φούμαρα. Τι είδους «κόμμα θέλουν» δεν ενδιαφέρει κανέναν- πλην όσων θέλουν να μπουν σ’ αυτό το κομμα. Οι ψηφοφόροι θα εξετάσουν το ενδεχόμενο να το προσέξουν, αν  διαθέτει  μια βασική  προϋπόθεση: επικεφαλής που μπορεί να πρωθυπουργεύσει. Εντός και κυρίως εκτός Ελλάδας.  

«Θέλετε αρχηγό βλαχοδήμαρχο»  έλεγε ο Νίκος Κοτζιάς του Πασόκους όταν επρόκειτο να διαλέξουν μεταξύ Γ. Παπανδρέου και Βενιζέλου…

Ο πρώην υπουργός Οικονομικών- μπορεί να μην γίνει ποτέ αρχηγός, αλλά αν γινόταν, θα μπορούσε να σταθεί στη διεθνή σκηνή.  Δεν προορίζεται για αποκλειστική ενασχόληση με τα γκρουπούσκουλα της «Ευρωπαϊκής Αριστεράς» στο Στρασβούργο.

Ότι ο Τσακαλώτος δεν κατάφερε να εγκατασταθεί ως Νο2 στον ΣΥΡΙΖΑ και συνεπώς φυσικός διάδοχος του Τσίπρα είναι άλλη υπόθεση. Αλλά μακάρι ο ΣΥΡΙΖΑ να είχε και άλλους Τσακαλώτους και ας μην ηγούνται. Από Παππάδες και Αχτσιόγλου βρίσκει.

Στο «Βήμα» είπε πράγματα με τα οποία πολλοί μπορούν να διαφωνήσουν. Τα είπε όμως συγκροτημένα, με αίσθηση της συγκυρίας και με το πρεστίζ του ακαδημαϊκού που είναι ενημερωμένος και ξέρει τι λέει. Αν μπορούσε να τα πει και με καλύτερα ελληνικά…

Μιλάει σαν άνθρωπος με κοσμοπολιτική κουλτούρα και  γνώση, έχοντας  τη μεγάλη εικόνα μπροστά του και επεξεργασμένη σκέψη- άσχετα αν έχει και  ιδεολογικές αγκυλώσεις.  Στις ίδιες ερωτήσεις οι άλλοι δυο θα ήταν αμήχανοι Βαλκάνιοι.

Ίσως το καλύτερο του Τσακαλώτου, είναι η φλεγματική περιγραφή όσων τον αφορούν:

«Κάποτε μπήκα στην αίθουσα διδασκαλίας στην ΑΣΟΕΕ και οι φοιτητές είχαν γράψει στον πίνακα: «Τσακαλώτος, ο καθηγητής των χαμένων υποθέσεων». Και είχαν αριθμήσει. Ενα: Εναλλακτικά Οικονομικά. Δύο: Συνασπισμός. Τρία: ΠΑΟΚ. Τα Εναλλακτικά Οικονομικά δικαιώθηκαν, ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση και ο ΠΑΟΚ έκανε νταμπλ. Είμαι ΠΑΟΚ γιατί είναι σαν την Αριστερά. Θα σου δώσει απέραντη χαρά, αλλά και μεγάλη πίκρα. …».

Δεν είναι ακριβώς έτσι, αλλά αξίζει να το συζητήσεις μαζί του…