Τέρμα το σκορποχώρι στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: Η ηγετικότητα Τσίπρα επιστρέφει και ο εξοβελισμός του Κουρουμπλή ήταν παράδειγμα για όλους. Εκλογές με παραφωνίες και βαρίδια δεν κερδίζονται…

Του Γ. Λακόπουλου

Τουλάχιστον τρεις φορές από το περασμένο καλοκαίρι -που ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η ΝΔ πήραν εμφανώς την κατιούσα- γεγονότα στο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ  θόλωσαν το τοπίο και οι πρωτοβουλίες του Αλέξη Τσίπρα, ως εν δυνάμει Πρωθυπουργού, υπονομεύθηκαν από μέσα.

Το τελευταίο διάστημα με τον πρωθυπουργό στο καναβάτσο, οι κόντρες που πυροδότησαν οι διαφοροποιήσεις Ξανθού και Φίλη άρχισαν να  διαχέονται στην Κοινοβουλευτική- Ομάδα. Και να δίνουν ανάσες στην κυβέρνηση, μεταθέτοντας την προσοχή της κοινής γνώμης.  

Ο Βερναρδάκης έσπασε τη γραμμή της μη ανάμειξης στο ΚΙΝΑΛ και στήριξε τον Ανδρουλάκη, όπως είχαν ηδη κάνει νωρίτερα ο Μπίστης, ο Κούλογλου και ο Μαντζουράνης για τον Παπανδρέου. 

Ο Παπαδημούλης, άρχισε να ρωτάει για τα “χρωστούμενα του ΠΑΣΟΚ”, προτού διαμορφωθούν οι σχέσεις της Κουμουνδούρου με τον ένοικο της Χαρ. Τρικούπη. 

Από δίπλα η Λινού να κρατάει σημαιάκια του ΠΑΣΟΚ και ο Γεροτζιάφας να  παθαίνει Άδωνι :”Όποιος δεν θέλει να εμβολιαστεί δεν μπορεί να συμμετέχει στην κοινωνία”. 

Η εικόνα της αξιωματικής αντιπολίτευσης άρχισε να εκτρέπεται σε τραγέλαφο. Ο τέλειος αντιπερισπασμός για τον Μητσοτάκη.

 Όσο γάλα μαζεύει ο Τσίπρας, το σκορπάνε εσωκομματικοί αντίπαλοι, αλλά και εσωκομματικοί  υποστηρικτές του -με πρώτον και καλύτερο τον ασύδοτο από το Σφακιά.

Το σκορποχώρι τέλος

Όσοι πίστευαν ότι ο φαινομενικά ανεκτικός πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ,  θα επιμείνει στις “αναίμακτες” διευθετήσεις, διαψεύστηκαν. Ο Αλέξης Τσίπρας έχει “πόιντ σύστεμ”. Όταν ξεχειλίζει το ποτήρι, παίρνει το όπλο του. Για οποιονδήποτε. 

Το υποψιάσθηκαν όσοι τον άκουσαν στην πρόσφατη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου να μιλάει για τον Πολάκη, δίκην τελευταίας  προειδοποίησης. 

Περίμεναν ότι σ’ αυτόν θα εκδηλωθεί ο πρώτος αποκεφαλισμός. Τον πρόλαβε ο Κουρουμπλής.

Ήταν αρκετό για να  εκδηλωθούν οι προθέσεις του προέδρου του  ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: το σκορποχώρι τέλος.

Καιρός ήταν. Ποιος από την κοινωνία θα εμπιστευτεί ένα κόμμα που εμφανίζεται να παίζει σαν διαλυμένη ορχήστρα; 

Ποιος θα δώσει τις τύχες της χώρας σε έναν πολιτικό αρχηγό που δεν πετάει έξω από το κόμμα του όσους τον προβοκάρουν στη Βουλή -είτε την ώρα που ο ίδιος ξιφομαχεί με τον Μητσοτάκη, είτε όταν απουσιάζει; 

Από ότι φαίνεται το καλαμπούρι των “δημοκρατικών” αυτοπροσδιορισμών τελειώνει. Ο Τσίπρας είναι αποφασισμένος να διεκδικήσει το τιμόνι της χώρας και δεν προτίθεται να επιτρέψει φαινόμενα που αναδύουν ότι δεν  κουμαντάρει το κόμμα του.

Είναι η τυπική εκδήλωση ηγετικότητας από τους επικεφαλής των κομμάτων εξουσίας. Παίρνει ένα κεφάλι και λουφάζουν οι υπόλοιποι -ή κατεβαίνουν από το τρένο.  Πάντως υποψήφιος πρωθυπουργός να του κουνάει το δάκτυλο ο Φίλης δεν νοείται

Ο Ανδρέας Παπανδρέου όταν έχανε κάποιος το στόχο, τον έστελνε άκλαφτο και όταν ο κύκλος των  βαρόνων  επιχειρούσε να τον χειραγωγήσει είχε ένα απλό επιχείρημα:  “Μην με ζορίζετε γιατί θα τα βροντήξω.”

 Ήταν ο ηγέτης και το ήξερε. Όταν στο Πεντελικό πήγαν να του αρπάξουν το ΠΑΣΟΚ ο Σημίτης με τον Λαλιώτη, τους κατήγγειλε ανοιχτά για εκβιασμό.  Έτοιμος να  διαλύσει το ΠΑΣΟΚ και να ιδρύσει νέο κόμμα και όσοι πιστοί προσέλθετε, αν έχανε μια ψηφοφορία.

Το ίδιο έκανε και ο Κ Σημίτης τον Ιούλιο του 2001, όταν όλοι -πλην δυο- στο ΕΓ πήγαν να τον κατασπαράξουν, για το ασφαλιστικό Γιαννίτση. “Να βρείτε τον αντικαταστάτη μου και  να τον προτείνετε στον Στεφανόπουλο” .

Ήδη το 1996 ειχε πει στο συνέδριο: “Ή με ψηφίζετε  και για πρόεδρο ή ψάξτε για πρωθυπουργό“. 

Ο Κώστας Καραμανλής, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πέταξε σε μια νύχτα έξω από τη ΝΔ τρία κορυφαία στελέχη και κάτι λιμά, όταν λοξοδρομήσαν σε μια ψηφοφορία στη Βουλή.

Ακόμηκαι ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήρε τα κεφάλια όσων του εβγαλαν γλώσσα. 

Χρειάζεται σχέδιο σαρωτικών αλλαγών

Τα κόμματα δεν στέκονται χωρίς οργάνωση, ιδεολογία και πολιτική. Αλλά κυρίως δεν στέκονται χωρίς ηγεσίες  με κύρος και επικεφαλής που δεν ανέχονται  να σουλατσάρουν ως “κεντρικά ” στελέχη οι αποτυχημένοι.

Ο Τσίπρας έκανε πως δεν καταλαβαίνει και ως πρωθυπουργός και τα τελευταία χρόνια χάριν της εκτόνωσης και της εσωκομματικης ηρεμίας.

Ποιος πολιτικός αρχηγός θα διόριζε κοινοβουλευτικό του εκπρόσωπο κάποιον που απέτυχε σε τέσσερα υπουργεία και το κόμμα του 36% με τον  ίδιο στο ρόλο του γραμματέα δεν πήρε ούτε μια περιφέρεια και κανέναν δήμο; 

Ο Τσίπρας ούτε κουφός είναι,ούτε τυφλός. Ξέρει πολύ καλά τι λένε και πού το πάνε κομματικά στελέχη στα οποία ο ίδιος ανέθεσε κεντρικούς ρόλους. Όπως ξέρει και τι επιβαρύνσεις έχει ο καθένας στον κύκλο των υποστηρικτών του. 

 Η περίοδος που άφηνε εν υπνώσει τα προνόμια του αξιώματός του παρέρχεται και στο εξής όποιος αποδυναμώνει την προσπάθεια για την εκλογική νίκη θα οδηγείται στο πάγκο- ή στην έξοδο.

Λίγο πολύ, όλοι έχουν ζυγιστεί και στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση και υπάρχει “φύλλο ποιότητας” της δουλειάς τους.

Για να οδηγήσει το κόμμα στις εκλογές θα χρειάζεται σχέδιο σαρωτικών αλλαγών σε όλα τα κομματικά και κοινοβουλευτικά αξιώματα. Κανείς δεν πρέπει να αισθάνεται σίγουρος στη θέση του. Αρχίζοντας από τους “δικούς του”, κανείς δεν μπορεί να περνιέται ως μέλλων υπουργός.  Το μοναστήρι να είναι καλά. 

Όταν ακούει τις εισηγήσεις για αναβολή του συνεδρίου, για να μην προκύψει  εσωστρέφεια εκδηλώνει τη σιγουριά του με χαμόγελο: “Λίγη εσωστρέφεια δεν βλάπτει”.  Θυμίζει την ατάκα του Παπανδρέου το 1988: “Να πάρουν τις ομάδες τους και να έλθουν”.

Εννοεί ότι έχει σχέδιο που θα κορυφωθεί στο συνέδριο. Το κόμμα του ή θα  βγει ενωμένο και στοιχισμένο πίσω του για να “χτυπήσει” τις εκλογές ή  όσοι δεν εννοούν να  συντονιστούν με την κεντρική  πολιτική,  θα έχουν την τύχη των  “Λαφαζάνηδων”.

Κανείς πολιτικός ηγέτης δεν έχασε στα μάτια της κοινής γνώμης, όταν  ξεκαθάρισε  τα πράγματα  στο κόμμα του -χωρίς εκπτώσεις και συμβιβασμούς.

Στις επόμενες εκλογές ο Τσίπρας θα είναι υποψήφιος πρωθυπουργός, όχι οι φράξιες και οι γραφειοκράτες της  Κουμουνδούρου. Οι ηγέτες μιλάνε με το λαό, όχι με τους ομαδάρχες του κόμματος. Αυτή άλλωστε είναι η νομιμοποίηση του Τσίπρα. Και πάντως όχι η συγκατάθεση του Βούτση.

Όποιος δεν βολεύεται απλώς κατεβαίνει από το τρένο, πριν τον κατεβάσει αυτός που θα διεκδικήσει τη λαϊκή εντολή.