Το όραμα Μιτεράν – Κολ και η παρακμή Μέρκελ – Ολάντ

ΦΩΤΟ: ΑΠΕ-ΜΠΕ/ ANDREA BONETTI

Του Θανάση Λουκόπουλου

loukopoulos-254

Προφανώς και κάτι γνώριζαν παραπάνω οι υποψιασμένοι Γάλλοι πολιτικοί ,που πριν 25 χρόνια , τις ημέρες της ενοποίησης των Γερμανιών και παρά τον ενθουσιασμό των γεγονότων, κρατούσαν στην άκρη του μυαλού τους τον φόβο και την ανησυχία για τον τρόπο που θα συμπεριφερόταν, μετά από χρόνια, η ενοποιημένη πλέον κυρίαρχη πολιτική και οικονομική γερμανική τάξη. Δεν το έκρυβε ούτε ο τότε Γάλλος ηγέτης Φρ. Μιτεράν  στις ιδιωτικές εκμυστηρεύσεις του.

Αυτός ήταν και ο βαθύτερος λόγος που μέσω των ιστορικών κοινών εμφανίσεών του με το τότε καγκελάριο Χέλμουτ Κoλ, θέλησε να περάσει το μήνυμα ότι η Γαλλία θα είναι ο θεματοφύλακας  των αξιών της ενωμένης Ευρώπης ακόμα και τις περιόδους που η Γερμανία αισθανόμενη, προφανώς, ισχυρή και κραταιά, θα επιχειρήσει να γερμανοποιήσει το ευρωπαϊκό όνειρο.Υπήρξε όντως ιστορική η κοινή εμφάνιση Μιτεράν – Κόλ στο Ευρωκοινοβούλιο τον Οκτώβρη του1989, γιατί δρομολόγησε τις συνταρακτικές εξελίξεις που οδήγησαν στην ενοποίηση των Γερμανιών.  Παρά ταύτα ο τότε γαλλικός τύπος εξέφραζε ανοιχτά φόβους για ένα ..Πέμπτο Ράιχ.

Μπορεί να ήταν υπερβολές. Όμως πολλοί ευρωπαίοι αναλυτές κρατούσαν ζωηρές επιφυλάξεις για την διαχρονική ισχύ των αξιών της ευρωπαϊκής ένωσης που ήταν η πολιτική ολοκλήρωσή της μέσω της εμβάθυνσης και επί τη βάσει των αρχών της αλληλεγγύης της ισόρροπης ανάπτυξης και της εξάλειψης των κοινωνικών αδικιών.

Τότε Μιτεράν και Κόλ άλλαξαν την πορεία της ιστορίας. Σήμερα οι Μέρκελ και Ολάντ κακοποιούν την ευρωπαϊκή  ιστορία.

Τότε ο ανθρωπισμός κυριάρχησε και η Ευρώπη, αποδεχόμενη το κλείσιμο μιας ιστορικής πληγής με κόστος τρισεκατομμυρίων ecu (πρόδρομος του ευρώ), εστίασε την προσοχή στην ενοποίηση, στην κοινωνική συνοχή, στην ανάπτυξη. Κανένα περιθώριο αμφισβήτησης μιας ιστορικής πολιτικής απόφασης. Πολιτικοί και κοινωνία έγιναν μια γροθιά και εξοβέλισαν κάθε διχαστικό μήνυμα, απ’ όπου κι αν προέρχονταν.  Σήμερα οι ευρωπαίοι πολίτες ζουν μέσα σε ένα περιβάλλον  ανασφάλειας ,οικονομικής καχεξίας και κοινωνικής αποσύνθεσης.

Οι φόβοι επιβεβαιώθηκαν και σήμερα η Γερμανία συνιστά μια οικονομικά κυρίαρχη δύναμη στην Ευρώπη, ενώ η Γαλλία παραμένει μια ισχυρή πολιτική οντότητα. Οι ηγέτες των δύο χωρών εξακολουθούν να καθορίζουν τις τύχες των ανθρώπων και το μέλλον της γηραιάς ηπείρου, αλλά αδυνατούν να δώσουν διέξοδο και συγκεκριμένες λύσεις.

Στην πρόσφατη κοινή παρουσία τους, και πάλι στο Στρασβούργο, ο Φρανσουά Ολάντ και η Άνγκελα Μέρκελ προσπάθησαν να αρθούν στο ύψος των νεότερων ιστορικών περιστάσεων αλλά…το μόνο που κατάφεραν ήταν να παρατείνουν τα αδιέξοδα και τις μεγάλες αγωνίες των ευρωπαίων.

Αντί οράματος και αποφασιστικών σχεδιασμών για το μέλλον της Ευρώπης, εμφανίστηκαν μέτριοι διαχειριστές μιας πολυεπίπεδης κρίσης, αναζητώντας εναγωνίως συνταγή επανασυγκόλλησης των απειλητικών διαλυτικών παραμέτρων της Ένωσης, χωρίς όμως να μπορούν και να κινήσουν  τους μηχανισμούς υλοποίησης.

Δυστυχώς γι΄αυτούς , αλλά και μας, έχουν να διαχειριστούν πλέον την πρόκληση της διάλυσης και την ατυχή οικονομική εξέλιξη του οράματος των προκατόχων τους. Η κατάσταση τους ξέφυγε και τώρα προσπαθούν να συμμαζέψουν αυτό το διάτρητο γραφειοκρατικό τέρας που δημιούργησαν στις Βρυξέλλες, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ των χωρών τους.

Οι μεγάλες προκλήσεις τώρα είναι το προσφυγικό, η λιτότητα, η τρομοκρατία, η πολιτική αστάθεια στη Μέση Ανατολή και στις παραμεσόγειες χώρες, η αποσταθεροποίηση της Ευρωζώνης, η κλιματική αλλαγή, η ανεργία, η απειλή του Brexit. Και φυσικά η αποτελεσματική, αυτή τη φορά, αντιμετώπιση του Ελληνικού χρέους. Η σχετική αναφορά στο όλο θέμα ,ήταν ενθαρρυντική. Αυτό όμως δεν αρκεί για να ανοίξει τον ελληνικό ορίζοντα.

Αναφερόμενος στο προσφυγικό ο Φρανσουά Ολάντ τόνισε πως οι χώρες της ΕΕ πρέπει να αντισταθούν στον πειρασμό να “κλειστούν στα εθνικά τους καβούκια”, και υπερασπίστηκε το μοντέλο μιας Ευρώπης ανοιχτής και ικανής να διασφαλίσει τις “απλές και καθαρές αρχές της αλληλεγγύης, της υπευθυνότητας και της σταθερότητας”.

Η Γερμανίδα Καγκελάριος ζήτησε έμπρακτη αλληλεγγύη από όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην ανάγκη προστασίας των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης. Χαρακτήρισες σημαντικό το ρόλο της Τουρκίας για την ανάσχεση των μεταναστευτικών ροών, επισήμανε ότι το προσφυγικό αλλάζει τον προσανατολισμό της Ευρώπης και προέτρεψε στην υιοθέτηση πολιτικών ενσωμάτωσης των χιλιάδων ανθρώπων που θα παραμείνουν στην Ευρώπη, χαρακτηρίζοντας ως «θετική πρόκληση» τη συμβολή των μεταναστών στην μελλοντική ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Μέρκελ και Ολάντ ανέπτυξαν απόψεις για τον «νέο κόσμο», σαν οι δυο τους να αντικατοπτρίζουν μια κοινή ευρωπαϊκή σκέψη και σαν οι δυο τους να νοούνται αμέτοχοι στα σημερινά προβλήματα.

Δυστυχώς, δεν έπεισαν. Ούτε για τις καλές προθέσεις. Ούτε για τη βαρύτητα των οραματικών τους στόχων. Οι πόλεμοι τριγύρω από την Ευρώπη δεν σταματούν με λόγια. Οι τεράστιες μεταναστευτικές ροές, χωρίς ανοιχτές πολιτικές ασύλου, χωρίς αλλαγή νοοτροπίας, χωρίς αναθέρμανση της οικονομίας, χωρίς πολιτικές ανασύνταξης των χωρών προέλευσης δεν σταματούν με ευχολόγια.

Το νέο ραντεβού Γαλλίας – Γερμανίας θα τεθεί σε απτή δοκιμασία τον Δεκέμβρη, σε μια παγκόσμια διάσκεψη στο Παρίσι για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και των οικονομικών συνεπειών της. Με φιλόδοξους στόχους για μείωση των εκπομπών ρύπων οι δυο πλέον ρυπαίνουσες χώρες της Ευρώπης θα χρειαστεί πρώτες να δώσουν το «καλό παράδειγμα». Αλλά και τότε… το συμπέρασμα θα είναι το ίδιο: «λέμε για να λέμε» ή σε απλούστερα ελληνικά…. «κουβέντα να γίνεται».

Η σύγκριση του «τότε» με το «τώρα» είναι ανισοβαρής. Κολ και Μιτεράν κατάφεραν, μέσα σε 10 μέρες, να αλλάξουν τον ευρωπαϊκό χάρτη και να μπολιάσουν τους Ευρωπαίους με οράματα ενοποίησης. Μέρκελ και Ολάντ προσπαθούν επί 10 χρόνια να αποτρέψουν τη διάλυση αυτής της Ευρώπης, χωρίς να προσφέρουν τίποτε, ως ελάχιστη προοπτική ανασύνταξης, πριν από το 2030.