Κεντρώος ψηφοφόρος, μόνος, ψάχνει για κόμμα: Η ευκαιρία του Αλέξη Τσίπρα να ανασυγκροτήσει τη Δημοκρατική Παράταξη και να επιστρέψει ως επικεφαλής προοδευτικής κυβέρνησης

Του Γ. Λακόπουλου

Τα τρία ιστορικά ιδεολογικά ρεύματα με ρίζες στην ελληνική κοινωνία φτάνουν ως τις μέρες μας με εντυπωσιακή επιμονή στις βασικές αρχές τους, αλλά και με ορατές διακρίσεις ανάμεσα τους.

Η Δεξιά δεν άλλαξε πολύ από την εποχή του Λαϊκού Κόμματος και της κωνσταντινικής αφετηρίας της. Παρά τις προσπάθειες των δυο Καραμανλήδων να εγκαταστήσουν την μεταπολεμική της εκπροσώπηση από τη ΝΔ στο χώρο της Κεντροδεξιάς.

Οι συνεχόμενες ηγεσίες υπό τον Σαμαρά και τον Κυριάκο Μητσοτάκη τη μετακίνησαν τόσο Δεξιά, ώστε έδωσε εσωτερικό χώρο στην Ακροδεξιά και απώλεσε κάθε επαφή με το Κέντρο.

Επί Μητσοτάκη η ΝΔ έκοψε τις γέφυρες με τον κεντρώο χώρο -που από παράδοση και πολιτική κουλτούρα  δεν θα μπορούσε να συνυπάρχει, με τον  αβερωφικό Σαμαρά και πρόσωπα όπως ο χουντικός Βορίδης και οι ακραίοι της Δεξιάς Γεωργιάδης και  Πλεύρης, που διαπλάσθηκαν στον ΛΑΟΣ από τον Γ.  Καρατζαφέρη.

Ούτε την κλωνοποίησή τους με όσους ο ίδιος ο Μητσοτάκης ανέδειξε, όπως ο Μπογδάνος, ο Κυρανάκης, ο Μαρκόπουλος,  ένας Ρωμανός που τους κοπιάρει και κάποιοι ακόμη που βρίσκονται ήδη στη Βουλή.

Η προσπάθεια του σημερινού προέδρου της ΝΔ να δημιουργήσει την ψευδή εικόνα ότι κρατάει επαφή με το χώρο του κέντρου, προσφέροντας αξιώματα σε αποτυχημένους της σημιτικής περιόδου του ΠΑΣΟΚ είναι ανιστόρητη και γραφική.

Σε κάθε περίπτωση είναι αναποτελεσματική ως εντελώς εχθρική προς τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της μερίδας ψηφοφόρων, στον οποίους περισσότερο από όλα προκαλεί απέχθεια η Αποστασία.

Η Αριστερά και η αλλοίωση του ΠΑΣΟΚ

Η Αριστερά είχε την ευκαιρία να ηγεμονεύσει στη χώρα στην περίοδο της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης. Αλλά ο βίαιος έλεγχος του ΕΑΜ από το ΚΚΕ, η διολίσθηση στον εμφύλιο και οι μετεμφυλιακές  προσκολλήσεις στη Σοβιετική Ένωση, την έβαλαν στο περιθώριο. Παρά την αξιοπρεπή εκπροσώπηση του κόμματος από τους γενικούς γραμματείς των τελευταίων δεκαετιών.

 Το Κέντρο διατήρησε τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του, αλλά η συμπόρευση του από τη δεκαετία του ‘50 κιόλας με τις δυνάμεις της μη κομμουνιστικής Αριστεράς και η καταλυτική πριν και μετά την δικτατορία παρουσία του Ανδρέα Παπανδρέου, του προσέδωσε οριστικά κεντροαριστερά χαρακτηριστικά.

Τα εξέφρασε το ΠΑΣΟΚ, μέχρι και την περίοδο Σημίτη, παρά την ώσμωση του ίδιου, με το Κατεστημένο και τη Διαπλοκή, για να ικανοποιήσει τις  φιλοδοξίες του.

Η αλλοίωση του ΠΑΣΟΚ από τον Γ. Παπανδρέου με τον τρόπο που το διοίκησε -ως κληρονόμος- αλλά και οι επιλογές του που οδηγήσαν τη χώρα στο ΔΝΤ ήταν η αρχή του τέλους.

Ακολούθησε η μετατροπή του σε σύμμαχο της Δεξιάς του Σαμαρά από τον Βαγγέλη Βενιζέλο, μέχρι τη διάλυσή του από την αχθοφόρο του ονόματος της Φώφη Γεννηματά.

Η σημερινή επικεφαλής του Κινάλ, κράτησε τη γραμμή κατά της Αριστεράς προσδοκώντας να συγκυβερνήσει με τον γιο του Κώστα Μητσοτακη.

Από την εποχή του Γ. Παπανδρέου οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι στράφηκαν στον Αλέξη Τσίπρα – και όχι στην ΣΥΡΙΖΑ. Στην πολιτική σκηνή ήταν ότι πλησιέστερο προς  το ΠΑΣΟΚ –  που τους διαμόρφωσε πολιτικά.

 Η μετακίνηση διατηρήθηκε ως τις εκλογές του 2019, παρά την συντονισμένη προσπάθεια του Κατεστημένου να «ηττηθεί στρατηγικά»  ο  Τσίπρας.

Όπως ακριβώς είχαν επιδιώξει με τον Κώστα Καραμανλή για τους ίδιους λόγους: γιατί δεν ήταν πρόθυμοι να κινηθούν στα όρια που έθετε  από τη μια ο υπερατλαντικός παράγοντας  για τον διεθνή προσανατολισμό της χώρας και από την άλλη οι κρατικοδίαιτοι «νταβατζήδες»  των διαπλεκομένων συμφερόντων που ήθελαν το πολιτικό σύστημα υπό τον έλεγχό τους.

Ωστόσο, όπως έγινε και στις εκλογές του 1989, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου με θεούς και δαίμονες εναντίον του- και υπαρκτά σκάνδαλα- κράτησε 40% στο ΠΑΣΟΚ και μπόρεσε να επιστρέψει μόλις τρία χρόνια αργότερα, έτσι και τον Ιούλιο του 2019.

Ο Αλέξης Τσίπρας και η Κεντροαριστερά

Οι Κεντροαριστεροί ψηφοφόροι κράτησαν τον Αλέξη Τσίπρα -που δεν είχε ηθικές επιβαρύνσεις- στο 32%, και έμεινε ανοιχτός ο δρόμος για την επιστροφή του.

Στην πραγματικοτητα αυτος που τον νίκησε δεν ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά ο συνασπισμός μιντιακών και οικονομικών παραγόντων, των οποίων η ασυδοσία αμφισβητήθηκε από τον Τσίπρα- στο μέτρο του δυνατού τότε.

Η επιμονή των δημοκρατικών ψηφοφόρων στο κόμμα  του Τσίπρα -παρά τα λάθη που είχε κάνει και παρά το στίγμα της -έστω υποχρεωτικής- σύμπραξης τον Καμμένο- είχε ως βάση μια ειδική εντολή :

-Την ανασύνταξη της Δημοκρατικής Παράταξης, με τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε νέο πολιτικό φορέα σύμπτυξης Αριστεράς, Κεντροαριστεράς και δυνάμεων ή προσωπικοτήτων του Κέντρου.

Ο ίδιος ο Τσίπρας έπιασε το μήνυμα και κίνησε τα πράγματα σ’ αυτή τη κατεύθυνση. Αλλά η φύση του κόμματός του, οι εσωτερικές συσπειρώσεις, οι εστίες με ισχυρές ιδεοληψίες και η παραδοσιακή κουλτούρα παρέας τον εμποδίσαν να δράσει αποφασιστικά.

Η οργανωτική διεύρυνση απέτυχε, γιατί υπονομεύθηκε από μέσα. Ο κορονοϊός δεν επέτρεψε καν να αρχίσουν διαδικασίες ιδεολογικής και πολιτικής μετεξέλιξης.

Δυο χρόνια μετά τις εκλογές υπάρχει στον ΣΥΡΙΖΑ ισχυρή εσωτερική αντίσταση στις αλλαγές,  στο ονόματα της δημιουργίας «αριστερού πόλου» – που θα αναζητά κατά περίπτωση «συμμαχίες» για να πολεμήσει τον καπιταλισμό.

 Αυτές οι επιλογές είναι μειοψηφικές και οδηγούν σε νέα ήττα- παρά την μερική ενίσχυση του κόμματος με πρόσωπα από το πρώην ΠΑΣΟΚ.

Αλλά ο Θεός της Πολιτικής χαμογέλασε για μια φορά ακόμη στον Τσίπρα- ίσως τη τελευταία:  

-Ο Μητσοτάκης ακολουθεί το δρόμο της διαλίσθησης προς τα δεξιά, που άρχισε με το Μακεδονικό και επικύρωσε με τον τελευταίο ανασχηματισμό- αλλά και με την  πολιτική που ακολουθεί, ή τη ρητορεία που χρησιμοποιεί.  Η σημερινή ΝΔ δεν είναι κεντροδεξιό  κόμμα. 

Ο χώρος του κέντρου μένει ακάλυπτος. Ο μέσος  κεντροαριστερός ψηφοφόρος αναζητεί διέξοδο.  Αναγνωρίζει τον Τσίπρα ως φυσικό επικεφαλής της αντιδεξιάς παράταξης και ποντάρει στις πολιτικές επιλογές του.

Αλλά δεν θα ακολουθήσει ξανά τον ΣΥΡΙΖΑ, αν πρόκειται να ξαναδεί στην κυβέρνησή του ορισμένα πρόσωπα της προηγούμενης κυβέρνησής του, των οποίων η συμπεριφορά, και οι αποτυχίες έφεραν τη ΝΔ το 2019.

Περιμένει ανανέωση προσώπων και καθαρές πολιτικές για τη χώρα.

 Για τον Αλέξη Τσίπρα η κάλυψη του κεντρώου χώρου είναι η ευκαιρία που του χρειάζεται για να θεμελιώσει την πορεία επιστροφής του στην κυβέρνηση. Ως επικεφαλής της Δημοκρατικής Παράταξης, που ήταν πάντα πλειοψηφική απέναντι στη Δεξιά.

Ο νέος στόχος του πρέπει να είναι η έξοδος από την κρίση, με προοδευτική κυβέρνηση, ικανή να θεμελιώσει την επιστροφή στη ευημερία και να προασπίσει τα εθνικά συμφέροντα.

 Όχι «να ξανάρθουμε και να είναι αλλιώς» που λέει ο καταστροφικός Πολάκης, ούτε ως «Αριστερά» που αναμασούν άλλα στελέχη. 

Χωρίς την πρόσμιξη των κοινωνικών δυνάμεων με την κεντρώα  πολιτική κουλτούρα, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν μπορεί να διεκδικήσει την πλειοψηφία. Στην ουσία θα τη χαρίσει στο σύστημα Μητσοτάκη.

Ο Αλέξης Τσίπρας διαθέτει το βασικό πολιτικό εργαλείο για να ανακόψει την κυβερνητική πορεία της Δεξιάς: τις  κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, τη νεολαία και την πληττόμενη μεσαία τάξη που ιστορικά βρίσκονται  σε αναμέτρηση με τις πολιτικές της Δεξιάς.

Αν δεν παρακάμψει τις εσωκομματικές αγκυλώσεις και τις φράξιες της Κουμουνδούρου για να εκπροσωπήσει  αυτές τις δυνάμεις ιδεολογικά, πολιτικά, αλλά και ηθικά, ακόμη και αισθητικά, θα διευκολύνει τη ΝΔ. Και η  Ιστορία θα του το καταλογίσει.