Ο ΣΥΡΙΖΑ ανάμεσα  στον Μανταμσουσισμό και στην woke κουλτούρα, ανοίγει το δρόμο στην ακροδεξιά

Του Γιάννη Παπαγρηγορίου

Όταν στην Ελληνική Κοινότητα Τασκένδης- της μόνης χωρίς εκκλησία- γίνεται πρόεδρος ένας πρώην μοναχός κι επιχειρηματίας αγνώστου αντικειμένου, τότε η ανάληψη της προεδρίας του συριζα από έναν επιχειρηματία επίσης αγνώστου αντικειμένου, δεν προκαλεί πια καμιά εντύπωση. Ίσα, ίσα που αποτελεί και μια νότα διασκέδασης, αφού παραπέμπει στην γνωστή μαντάμ Σουσού που παρίστανε την μεγαλοαστή στους  Μπυθουλαίους, για να τους εντυπωσιάζει. Έτσι κι ο Κασσελάκης παριστάνει πότε τον εφοπλιστή και πότε τον duce, τον αδιαμεσολάβητο πολιτικό ηγέτη στον ΣΥΡΙΖΑ που φωνάζει να σηκωθεί όρθιος όποιος διαφωνεί μαζί του ή να τον χειροκροτούν οι υποστηριχτές του!

Μπροστά του ο Τσίπρας -σαν  τον  πρωταγωνιστή στο «ο Σαν Μικέλε είχε ένα κόκορα» – πρότυπο ανιδιοτέλειας και ανθρωπισμού, αποτελεί πια ένα απολίθωμα του παρελθόντος, «μιας αποτυχημένης εξέγερσης στο χωριό».  Σπάζοντας την απομόνωση και την μοναξιά του, ήρθε σε επαφή με τους πρώην συντρόφους του για να διαπιστώσει, ότι του έχουν γυρίσει την πλάτη κι ενδιαφέρονται απλά για τον βιοπορισμό και την εξασφάλιση της πολιτικής τους καριέρας, όπως μάθανε να κάνουνε.

Είναι η κατάληξη της αριστεράς του περασμένου αιώνα, που αδυνατεί να παράγει πολιτική και να απαντήσει στις προκλήσεις της εποχής κι έκλεισε τον κύκλο της, μέσα στην σιωπή και στην αδιαφορία σε όλες σχεδόν τις άλλες χώρες, πλην της Ελλάδας. Στην Ελλάδα γίνεται με τον γνωστό πανηγυρτζίδικο τρόπο και της δηθενιάς της Μαντάμ- Σουσού.   

Ένα τμήμα της αριστεράς με την αυτοαναφορικότητα, τον εγκλεισμό και την στείρα περιχαράκωση ως σέχτα κι ένα άλλο με το να υιοθετεί την νεοφιλελεύθερη ατζέντα, την woke κουλτούρα.  Αναγορεύοντας σαν πρώτη πολιτική προτεραιότητα τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά του ατόμου, τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, την ιδιωτικοποίηση της μήτρας, τα «ανοιχτά σύνορα», κλπ. Εξάλλου είναι πολύ, πολύ αποδοτικό για αυτήν την αριστερά να αποτελεί το μακρύ χέρι του νεοφιλελευθερισμού και των κυκλωμάτων διακίνησης των προσφύγων και μεταναστών και με ένα κρουασάν στο χέρι να παριστάνει τον «αλληλέγγυο». Είναι ο ορισμός της πολιτικής κι ανθρωπιστικής υποκρισίας.

   Η Ψηφιακή επανάσταση κι η Αριστερά

Αντί λοιπόν η αριστερά στην εποχή της ψηφιακής επανάστασης να αρθρώσει έναν ολοκληρωμένο εναλλακτικό λόγο με συγκεκριμένες προτάσεις, ώστε τα οφέλη της τεχνολογικής προόδου να μην τα καρπώνονται μια χούφτα ολιγάρχες, αλλά όλη η κοινωνία, υιοθετεί την woke κουλτούρα, στηρίζοντας τις  νεοφιλελευθερες πολιτικές, καμουφλαρισμένες με πολιτικές δικαιωματισμού.  Η τεχνολογία μπορεί και πρέπει να αξιοποιηθεί για τον περιορισμό του χρόνου εργασίας και την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και της ανεργίας,   για την εξάλειψη της γραφειοκρατίας και την διασφάλιση των δημόσιων αγαθών της παιδείας και της υγείας, για την αλλαγή του μοντέλου διατροφής και την προστασία του περιβάλλοντος.  

 Όπως έγινε και στην εποχή του Μαρξ και του Λαφαργκ, με την «βιομηχανική επανάσταση», που η τότε «αριστερά»  αντιπρότεινε τη μείωση του ωραρίου, που οδήγησε αργότερα στο 8ωρο. Αντί για όλα αυτά ο νέος ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ μιλάει για αδιαμεσολάβητη σχέση με τον λαό, παριστάνοντας τον σωτήρα, μιμούμενος τον Μπέμπε Γκρίλο, που μέσα από τα social media μιλούσε κι αυτός για το «ιταλικό όνειρο» και το «φως».

Όμως μιλάμε για κόμματα- μηχανισμούς ή προσωποκεντρικά, που δεν παράγουν πολιτική κι ενδιαφέρονται απλά για τον βιοπορισμό- καριερισμό της ηγετικής τους ομάδας. Τώρα εργολαβικά ανέλαβαν την προώθηση της ατζέντας του νεοφιλελευθερισμού, αφού τα παραδοσιακά δεξιά κόμματα δυσκολεύονται λιγάκι και στις κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες.  Κι έτσι γίνονται οι καλύτεροι σπόνσορες της ακροδεξιάς, με την κανονικοποίηση πια και του ακροδεξιού λόγου, που εμφανίζεται ως ο μόνος αντισυστημικός.