Τρικομματισμός

Του Διογένη Λόππα 

Τους ξερνούν και οι δημοσκοπήσεις 

Δεν ξέρω σε τι ακριβώς ελπίζουν στην Οικογένεια για να ανακάμψουν, αλλά αυτό που σίγουρα ξέρω είναι ότι όταν σε ξερνούν ακόμα και οι (συγκεκριμένες) δημοσκοπήσεις που με τιτάνια προσπάθεια ξεχειλώνουν τις διαδικασίες για να σε εμφανίσουν (τουλάχιστον) πρώτο κόμμα, μάλλον ήρθε ώρα της τρίτης επιστολής. Πρόκειται για μια ελεύθερη πολιτική πτώση, όπου ακόμα και οι σκηνοθετημένες ”συνεντεύξεις” σε παρασιτιζόμενους κόλακες, φέρνουν το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Η πτώση επιταχύνεται περισσότερο, διότι τη φορά αυτή η θρυλική επιτελική ανικανότητα έχει συνθλίψει το μέσο εισόδημα δια της ιδεοληπτικής αδυναμίας να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια. Το ακόμα χειρότερο για την Οικογένεια είναι ότι στις περιπτώσεις αυτές οι πάσης φύσεως χορηγοί έχουν την τάση να ακολουθούν τις τάσεις και όχι την ουσία, συνεπώς θα αρχίσουν να εγκαταλείπουν το ναυάγιο νωρίτερα από όλους.  

Ασφαλώς και οι δημοσκοπήσεις στη χώρα μας διαθέτουν αξιοπιστία Οθωμανού μικροπωλητή, συνεπώς κανένας εχέφρων άνθρωπος δεν μπορεί να τις πάρει στα σοβαρά, όμως ακόμα και αν δε λάβουμε υπόψιν το δεδομένο ότι προσπαθούν στο μέτρο του δυνατού να στρογγυλέψουν τις κυβερνητικές επιδόσεις, είναι πλέον αρκετά σαφές ότι σε κάθε μέτρηση το άθροισμα των δυνάμεων του προοδευτικού χώρου υπερτερεί ολοκληρωτικά. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι η αντιπολίτευση πρέπει να αρχίσει να ψάχνει ράφτες υπουργικών κοστουμιών. Και αυτό γιατί στο μεν ΚΙΝΑΛ δεν έχουν αποφασίσει ακόμα αν εκπροσωπούν το προοδευτικό ”Όλον” ΠΑΣΟΚ ή αν αποτελούν μητσοτακική τσόντα, στον δε ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ δεν έχουν καταλήξει αν είναι μια τυπική αριστερά διαμαρτυρίας και επαναστατικής γυμναστικής ή ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κόμμα εξουσίας με σοσιαλιστικές αναφορές. 

Έτσι αναδύεται ένα αλλόκοτο πολιτικό σκηνικό, χωρίς προηγούμενο, το οποίο φαίνεται και δια γυμνού οφθαλμού στον κοινωνικό ιστό και ιδιαίτερα στο κοινό εκείνο που μας αρέσει να ονομάζουμε μεσαίο χώρο. Παραδόξως, μερίδιο στο συγκεκριμένο χώρο κατέχει και ο πρωθυπουργός, φαντάζομαι όχι για τις προοδευτικές του απόψεις, αλλά επειδή ένα σημαντικό κομμάτι του χώρου δεν έχει καμία απολύτως επαφή με την κανονική ενημέρωση, αλλά για τον σκοπό αυτό συνεχίζει να εμπιστεύεται τα παραδοσιακά μέσα. Και βέβαια, αν παραβλέψει κανείς τον γελωτοποιό – αντιπρόεδρο του κόμματος, τους λοιπούς γραφικούς δεξιούληδες που πετάγονται από το πουθενά και στραπατσάρουν την εικόνα, τα γκρίζα πόθεν έσχες, τις αδιευκρίνιστες μίζ… εεε, πιστώσεις ήθελα να πω, τις διώξεις του ελεύθερου τύπου, τους Φουρθιώτηδες, τις επαναπροωθήσεις, τον εργασιακό μεσαίωνα και την επέλαση του βαθέως κόμματος στις κρατικές δομές, τότε ναι, ο κ. Μητσοτάκης είναι ένας μετριοπαθής κεντρώος πολιτικός. 

Καθώς λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ δείχνει να αντέχει τον υβριδικό πόλεμο από τους χορηγούς του Μαξίμου και να καταφέρνει να ενισχύει έστω και με βασανιστικό ρυθμό τα ποσοστά του, παρά το γεγονός μάλιστα ότι ο κ. Τσίπρας δεν έχει ακόμα καταφέρει να απαλλαγεί από τους δημογέροντες και από τα βαρίδια και παρά τη σοβαρή πίεση που δέχεται από το κέντρο από το υποσχόμενο ΚΙΝΑΛ, τείνει να δημιουργηθεί ένας νεοπαγής τρικομματισμός, όπου τα τρία κόμματα με δυνατότητα κυβερνησιμότητας θα βρίσκονται σε ελάχιστη απόσταση το ένα από το άλλο. Αυτή η τάση θα ενισχυθεί ακόμα περισσότερο στο άμεσο μέλλον, καθώς η ΝΔ θα συνεχίσει να χάνει δυνάμεις, τις οποίες θα καρπώνονται, μάλλον ισομερώς, τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης.  

Το Μαξίμου διαπράττει αυτήν την περίοδο δύο κορυφαία λάθη στρατηγικής ταυτόχρονα: Πρώτον έχει επιλέξει, με επιθετικό μάλιστα τρόπο, τη λύση της αυτοδυναμίας και δεύτερον έχει ανοίξει ανεξήγητο μέτωπο με το ΚΙΝΑΛ, που αυτή τη στιγμή εμφανίζεται (υπό προϋποθέσεις) η μοναδική βιώσιμη λύση για να υπάρξει δεύτερη τετραετία για την κυβέρνηση. Έτσι λοιπόν η ουτοπία της αυτοδυναμίας που πλέον λογίζεται ως ανέκδοτο ακόμα και από τους θερμούς υποστηρικτές της κυβέρνησης, απομονώνει το Μαξίμου, που όσο περνάει ο καιρός μοιάζει με ένα πληγωμένο θηρίο περικυκλωμένο από αρπακτικά. Με τον τρόπο αυτό όχι μόνο κάθε μικρή ή μεγάλη αστοχία χρεώνεται αποκλειστικά στον πρωθυπουργό, αλλά την ίδια ώρα απομακρύνει και ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες, οι οποίοι συνειδητοποιούν ότι η θητεία της κυβέρνησης οδεύει σε ένα, μάλλον κακό, τέλος, πράγμα που τους εξαναγκάζει να αναζητήσουν συμμαχίες σε διαφορετικά σχήματα.  

Η, πολλές φορές κυριολεκτικά αήθης, επίθεση στο ΚΙΝΑΛ, ενώ φαινομενικά έχει επιλεγεί ως τακτική για να περιορίσει τις κεντρώες διαρροές, μάλλον φέρνει το αντίθετο αποτέλεσμα και αυτό γιατί αναδεικνύει πολιτικές διαφορές που σε διαφορετική περίπτωση θα είχαν μείνει αφανείς και παράλληλα υψώνει διαχωριστικές γραμμές που τοποθετούν το ΚΙΝΑΛ αριστερότερα της πολιτικής πραγματικότητας, χωρίς αυτό να είναι ούτε αληθές, ούτε χρήσιμο. Γιατί, μπορεί το ΚΙΝΑΛ μέσω του αρχηγού του και του κ. Κατρίνη που μάχεται αξιοπρεπώς στη βουλή, να ασκεί σκληρή αντιπολίτευση, όμως ακόμα δεν έχει αποφασίσει ποιο είναι το πολιτικό του στίγμα, αφήνοντας τη μητσοτακική πέμπτη φάλαγγα να αλωνίζει ανενόχλητη. Και βέβαια ο κάθε ένας από εμάς τους δυνητικούς ψηφοφόρους του κ. Ανδρουλάκη, αναρωτιέται βάσιμα, αν θα υποστηρίξει για παράδειγμα ένα αναγεννημένο ΠΑΣΟΚ που θα δώσει αγώνες για την αποκατάσταση της εργασιακής νομοθεσίας ή ένα συρρικνωμένο ΚΙΝΑΛ που θα βάζει πλάτη στα εκτρωματικά νεοθατσερικά νομοσχέδια.  

Μέσα από αυτή τη θολή συγκυρία, αν κοιτάξουμε ψύχραιμα, θα δούμε ότι αναδύεται μια δυνητική συνεργασία των κομμάτων της αντιπολίτευσης που θα μπορούσε να δώσει κυβέρνηση από την πρώτη Κυριακή της απλής αναλογικής. ΚΙΝΑΛ και ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ έχουν ήδη ιδεολογική συγγένεια και αναμένεται να αποκτήσουν περισσότερη, όταν, μετά τις διαδικασίες των συνεδρίων τους, ενδεχομένως να υπάρξουν αλλαγές στα πρόσωπα που θα διευκολύνουν τη συνύπαρξη. Αναφέρομαι βέβαια στην από πλευράς ΚΙΝΑΛ επιτέλους αποπομπή του ξένου (για τον προοδευτικό χώρο) σώματος των νοσταλγών της συγκυβέρνησης Σαμαρά και στην από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ στελεχιακής αναδιάταξης, ώστε οι αναλογίες Πολακισμού προς Σοβαρότητα και Ομπρέλας προς Κυβερνησιμότητα  να γείρουν προς τις επιθυμίες του αρχηγού (και του κόσμου).   

Άλλωστε, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, πρόκειται για την ίδια παράταξη. Το ΚΙΝΑΛ έχει να προσφέρει πάρα πολλά σε μια τέτοια σύμπραξη: Έχει σοβαρά ερείσματα στα συστημικά ΜΜΕ, ισχυρή παρουσία στην τοπική αυτοδιοίκηση και στις επαγγελματικές ενώσεις και έμπειρα στελέχη. Ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ από την πλευρά του διαθέτει μια στιβαρή μάζα συνειδητοποιημένων και δυναμικών ψηφοφόρων, απόλυτο ηθικό πλεονέκτημα (εκεί που πονάει το πρώην ΠΑΣΟΚ) και σαφέστατο φιλολαϊκό πρόγραμμα που δε δέχεται εκπτώσεις σε συνδυασμό με ένα πρόσφατο κυβερνητικό παρελθόν που του πίστωσε μια πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα χρηστή διαχείριση η οποία κατάφερε να απαγκιστρώσει τη χώρα από το άγος των μνημονίων.  

Ο τρικομματισμός δεν πρέπει να μας τρομάζει καθόλου σαν φαινόμενο. Είναι πια κάτι απολύτως συνηθισμένο στις ευρωπαϊκές χώρες και συνήθως πιο ασφαλές σε σχέση με τις παραδοσιακές αυτοδύναμες κυβερνήσεις, γιατί απαιτεί συνεννόηση, σύνθεση και σεβασμό στους θεσμούς, το ακριβώς αντίθετο δηλαδή από αυτό που βιώνουμε σήμερα και που έχει βυθίσει την οικονομία και την κοινωνία στο χάος, ενώ απομακρύνει και τη χώρα από τα ευρωπαϊκά ιδεώδη. Και παρά το γεγονός ότι σέβομαι τους προβληματισμούς των βέρων δεξιών που ξορκίζουν μια αδιόρατη ”ακυβερνησία”, προσωπικά δε βλέπω το λόγο να μείνει η χώρα ακυβέρνητη, όταν διαθέτει υψηλής ποιότητας στελεχιακό δυναμικό από τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης με κοινό όραμα για την πορεία της χώρας.