Ο δεύτερος κοινοβουλευτικός θάνατος του Βαγγέλη Βενιζέλου

Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος

Οδεύουμε στη δεύτερη κοινοβουλευτική περίοδο που δεν θα συμπεριλαμβάνει τον Βαγγέλη Βενιζέλο.

Μπορεί να καταλογίσει πολλά κανείς στον πρώην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, Βαγγέλη Βενιζέλο, σε ό,τι αφορά στην πολιτική του διαδρομή. Για ένα, όμως, δεν υπάρχει από καμία πλευρά παραμικρή αντίρρηση: Για την αρτιότητα του δημόσιου λόγου του, ακόμα και αν κάποιος βρίσκει τις θέσεις του εσφαλμένες.

Ακόμα και ως υπόλογος για σχέσεις με τη «διαπλοκή», όπως όταν τον κατήγγειλε γι’ αυτό ο Νίκος Σηφουνάκης, ή στην περίπτωση του σκανδάλου Novartis που ως νομομαθής αρνήθηκε στην εισαγγελέα Ελένη Τουλουπάκη το δικαίωμα να κάνει τη δουλειά της, δεν παύει να είναι ο πιο χαρισματικός πολιτικός της γενιάς του, σε ό,τι αφορά στη δημόσια παρουσία του.

Ούτε όσοι του καταλογίζουν υπερβάλλοντα εγωισμό – έως ναρκισισμό – και βουλιμική αντίληψη της πολιτικής, δεν μπορούν να παραβλέψουν το πολιτικό του εκτόπισμα και την εμπειρία του, με βάση τα κυβερνητικά αξιώματα που είχε στη διαδρομή του – σε εύκολες και δύσκολες περιόδους. Ανεξάρτητα από την αξιολόγηση των χειρισμών του κάθε φορά. Αλλά περα από την κυβερνητική διαδρομή του, υπάρχει η κοινοβουλευτική παρουσία του, από το 1993 και εντεύθεν. Αν μη τι άλλο, ως ρήτορας επί του βήματος, είναι ασυναγώνιστος. Για κανέναν άλλον πολιτικό στις περιόδους που ήταν βουλευτής, δεν άδειαζε το καφενείο της Βουλής, από βουλευτές όλων των κομμάτων, για να τον ακούσουν όταν έπαιρνε τον λόγο.

Με βάση αυτό το προφίλ προκύπτει ότι σε ένα πολιτικο σύστημα σαν το ελληνικό, του οποίου η ποιότητα του πολιτικού προσωπικού – ειδικά στη Βουλή – διαρκώς φθίνει, ο Βαγγέλης Βενιζέλος έπρεπε να βρίσκεται στη Βουλή, ακόμη και εκών-άκων. Αν μη τι άλλο, για να ανεβάζει τον μέσο όρο.

Παρ’ όλα αυτά, οδεύουμε στη δεύτερη κοινοβουλευτική περίοδο που δεν θα τον συμπεριλαμβάνει. Και στις δυο περιπτωσεις είναι θύμα ίντριγκας – για να μην πούμε ανέντιμης αντιμετώπισης – από δύο διαδοχικούς διαδόχους του στο κόμμα, του οποίου και ο ίδιος υπήρξε πρόεδρος. Πρώτα, του «την έστησε» η Φώφη Γεννηματα». Η αλήθεια είναι ότι ο ίδιος την αντιμετώπιζε απαξιωτικά, χωρίς καν να την αναφέρει, απλώς αντιπαραθέτοντας τα πολλά κυβικά της δικής του προσωπικότητας με τη φτωχή παρουσία της. Τον μαγικό λόγο του, που μπορεί να απογειώσει αντικείμενα, απέναντι στις ξύλινες διατυπώσεις της.

Ενόψει της κατάρτισης του ψηφοδελτίου του κόμματος για το 2019, η μακαρίτισσα αφού άφησε να αιωρείται ότι θα τον τοποθετήσει επικεφαλής στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας – όπως θα ήταν εύλογο αφού υπήρξε προκάτοχός της – την τελευταία στιγμή τού ανακοίνωσε ότι «έχουν πολιτικές διαφορές» και έχει δώσει υπόσχεση στον Γ. Καμίνη. Έτσι, δεν του άφηνε περιθώριο ούτε καν να επιχειρήσει την εκλογή του στη Βουλή ως υποψήφιος στην Α’ Θεσσαλονίκης, αντιμέτωπος με έναν πολύ ισχυρό αντίπαλο σαν τον Χάρη Καστανίδη, που μάλλον δεν μπορούσε να συναγωνιστεί σε σταυρούς. Ίσως και γι’ αυτό έκανε την υποψηφιότητα …κρεμαστάρι.

Έτσι, ο πρώην άχρωμος και άοσμος, πολιτικά, δήμαρχος Αθηναίων, έγινε άχρονος και άοσμος βουλευτής. Αφού καλλιέργησε για ένα διάστημα και ηγετικές φιλοδοξίες, πλεον οδεύει προς τη λήξη της δημόσιας παρουσίας του. Αν συγκρίνει κανείς την προσφορά που θα είχε ο κοινοβουλευτισμός, αν ήταν στη θέση του ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και αντιπρόεδρος των κυβερνήσεών του, αντιλαμβάνεται την αρνητική προσφορά που συνιστά για τη Γεννηματά ο κοινοβουλευτικός «θάνατος» του Βενιζέλου – με «χωσιά» μάλιστα.

Θα περιμένει κανείς ότι ο διάδοχός της θα διόρθωνε τα πράγματα. Αν μη τι άλλο, ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι πολιτικό τέκνο του Βενιζέλου και του οφείλει τη σταδιοδρομία του: Τον εκανε γραμματέα στο κόμμα και στη συνέχεια ευρωβουλευτή. Όταν μετά την εκλογή του, δεν του τηλεφωνούσε καν, του το υπενθύμισε δημοσίως με δηκτικό τρόπο. Ο σημερινός πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ – ασύγκριτα μικρότερο πολιτικό μέγεθος από τον Βενιζέλο – δεν άντεξε τη σύγκριση και τον έκοψε πάλι από τη Βουλή, προτιμώντας έναν φίλο του χωρίς καμία περγαμηνή στο ΠΑΣΟΚ και στην Πολιτική.

Ο καθείς κατά το ήθος του και κατά την ιστορική αντίληψη ων πράγματων. Αλλά ο δεύτερος κοινοβουλευτικός θάνατος του Βενιζέλου συνιστά εκτός από πολιτικό λάθος και συμπλεγματική συμπεριφορά και απρέπεια.

Στην επόμενη Βουλή, το ΠΑΣΟΚ θα έχει βουλευτή τον Γ. Παπανδρέου – που βαρύνεται με το ανήθικο κοινοβουλευτικό τέλος του Κ. Σημίτη, του οποίου η παρουσία επίσης θα ήταν χρήσιμη στη Βουλή – αλλά όχι τον απείρως πληρέστερο – και πάντως συχνότερο θαμώνα στις συνεδριάσεις της – Βαγγέλη Βενιζέλο.

Ως προνοητικός, ο ίδιος καταφεύγει από καιρό στο εφεύρημα της μετα-πολιτικής για να καλύψει την απογοήτευση που προκαλεί, όχι μόνο στον ίδιο, ο αποκλεισμός του από έναν ρόλο στον οποίο αν μη τι άλλο θα ηταν πρωταγωνιστής.

Χρειάζεται πέραν της πολιτικής παρατήρησης και τη συνδρομή άλλων επιστημών για να εντοπιστούν οι λόγοι για τους οποίους ένα κόμμα αφήνει δύο φορές εκτός Βουλής το βαρύ κοινοβουλευτικό πυροβολικό του.

Υπάρχουν πληροφορίες ότι ο ίδιος είχε εξετάσει το ενδεχόμενο να κατέβει στις εκλογές ως επικεφαλής νέου δικού του κόμματος. Ίσως ένας από τους λόγους που δεν προχώρησε, ήταν για να μην αντιγράψει την άθλια πρακτική του Γ. Παπανδρέου, που κατήγγειλε και πρόσφατα: Διέσπασε το ΠΑΣΟΚ και το καταδίκασε στο οριακό 4,6% υπό την ηγεσία Βενιζέλου το 2015 για να πλήξει τον νόμιμο διάδοχό του και το κατάφερε.

Άλλες πληροφορίες έφεραν – κατά καιρούς – τον Βενιζέλο στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της Ν.Δ., ίσως με τη μορφή της συνεργασίας της με τον Στ. Παπαθεμελή. Ωστόσο, οι γνωρίζοντες πάντα επέμεναν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν αντέχει το ιμπέριουμ Βενιζέλου, αρκούμενος σε «διεύρυνση» με Χρυσοχοΐδηδες και Διαμαντοπούλες, και μάλλον τον εξαπάτησε όταν τον έπεισε να του «στείλει» τη Μενδώνη και τον Πιερρακάκη.

Περασμένα, αλλά όχι ξεχασμένα. Από μια πλευρά, κακό του κεφαλιού τους όσων προτιμούν τον Βενιζέλο απεναντι, από τον φόβο ότι θα «κατουράει μέσα στη σκηνή». Από μια άλλη άποψη, πάντως, σε αυτές τις εκλογές, η παράπλευρη απώλεια είναι η εκπροσώπηση της Α’ Θεσσαλονίκης: Εκτός από τον Βενιζέλο δεν θα έχει ούτε τον Κώστα Καραμανλή.

ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR