«Κανονικότητα»: Η «δάδα του σοκ»

Του Απόστολου Γατή

Η «κανονικότητα» είναι μια εύηχη αλλά και απατηλή λέξη. Δεν παραπέμπει μόνο στην εικόνα που έχουμε σχηματίσει κι εσωτερικεύσει γύρω από το ό,τι αφορά την καθημερινή, συνηθισμένη ανθρώπινη δραστηριότητα. Η «κανονικότητα» είναι κάτι παραπάνω και πολύ μεγαλύτερο:  ένα «κομβικό σημείο», όπου γύρω του συναρθρώνονται και άλλες, άβολες πολλές φορές, σημασίες.

Η  «κανονικότητα» της ΝΔ είναι σαν τις «δάδες της ελευθερίας» του Μπερνέζ, σε υβριδική μορφή με τη διαχείριση της πληροφορίας. Εκείνη την εποχή οι γυναίκες δεν κάπνιζαν δημόσια και αυτό περιόριζε την κατανάλωση. Ο Μπερνέζ υπέβαλε ένα δείγμα γυναικών σε ψυχανάλυση και το συμπέρασμα ήταν πως οι γυναίκες συνέδεαν το κάπνισμα με την ανδρική σεξουαλική εξουσία και τη χειραφέτηση. Έτσι οργανώθηκε η ανάλογη διαφημιστική καμπάνια. Με τη συνεργασία των φεμινιστριών, οι οποίες στη διάρκεια μιας παρέλασης οργάνωσαν την πρώτη δημόσια εμφάνιση γυναικών που κάπνιζαν, αυτό που οι ίδιες ονόμαζαν «δάδες της ελευθερίας», ο γυναικείος πληθυσμός πείστηκε πως το κάπνισμα ήταν κάτι πολύ περισσότερο. Η εικόνα κυριάρχησε κι επισκίασε άλλα κρίσιμα κοινωνικά ζητήματα της εποχής.

Στη σημερινή επιστροφή στην «κανονικότητα» κόσμος πάει κι έρχεται χωρίς ασφυκτικούς περιορισμούς, επιβιβάζεται στο λεωφορείο της γραμμής (με μάσκα), απολαμβάνει τον περίπατό του χωρίς SMS, τα παιδιά θα αρχίσουν να πηγαίνουν στο σχολείο, άλλα θα δίνουν τον αγώνα τους για την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και το απόγευμα συντροφιά ως συνήθως με δύο τηλεοπτικές φιγούρες, της επιστήμης και του φύλακα-προστάτη.

Όμως, τα πλάνα της «κανονικότητας» δε μαρτυρούν για παράδειγμα πόσος κόσμος από αυτόν που μετακινείται πάει στη δουλειά του, αν φυσικά δεν έχει απολυθεί, αν μπορεί να συντηρήσει το μαγαζί του, να πληρώσει τις υποχρεώσεις του, να ταΐσει τα παιδιά του ή αν ο αυριανός νέος απόφοιτος θα είναι εργαζόμενος με υπόσταση ή με eπόσταση ή μελλοντικά μακροχρόνια άνεργος με τις αποσκευές του έτοιμες στο «Ελευθέριος Βενιζέλος». Η «δάδα της κανονικότητας» τραβά τα βλέμματα στη φλόγα και όχι σε εκείνους που την κρατούν.

Η κυβέρνηση με το αφήγημα τής «κανονικότητας» επιχειρεί να εδραιώσει τη δική της. Με την επικουρία  δε πρόθυμων διαύλων της (ΜΜΕ) προσπαθεί να αποκλείει τη διάσταση άλλων «κανονικοτήτων», που δίνουν άλλες κατευθύνσεις ή φωτίζουν περιεχόμενα, που κάποιοι θα προτιμούσαν να παραμένουν αθέατα. Για παράδειγμα, τι είδους «κανονικότητα» είναι όταν ο Κωστής Χατζηδάκης φέρνει ρύθμιση στη Βουλή για τα golden boys αυξάνοντας το μισθό τους από τις 4.600 ευρώ στις 8.314 ευρώ; Για ποια «κανονικότητα» μιλάμε όταν συνάνθρωποί μας προσπαθούν να ανταπεξέλθουν με ένα πενιχρό επίδομα ανεργίας ή με την έκτακτη οικονομική ενίσχυση των 800 ευρώ; Πόση «κανονικότητα» χωράει σε μια πλατφόρμα τηλεκπαίδευσης τύπου «μητζου του νεουτκη»; Πόση «κανονικότητα» θα έχει η επόμενη μέρα που θα βρει την πλειοψηφία του κόσμου αντιμέτωπη με επώδυνα μέτρα, απορρυθμίσεις και ανατροπές λόγω της αναμενόμενης ύφεσης; Ποιοι θα κληθούν να ζήσουν και πως μέσα σε τόση «κανονικότητα»; Ποια είναι εντέλει αυτή η «κανονικότητα» στο όνομα της οποίας στοχεύουν να υποβιβάσουν τον άνθρωπο από πολίτη σε βιολογικό ον;

Η «κανονικότητα» της ΝΔ είναι, τέλος, αφαιρετική, και προσπαθεί να την καθηλώσει σε νοήματα που πυρήνας τους είναι το «άτομο» ως ταυτόσημο κάποιου φυσικού νόμου. Και  κάθε φορά που  θα πρέπει να προκαθορίζονται συμπεριφορές, να αναζωπυρώνεται ο κοινωνικός αυτοματισμός, να δημιουργείται «συλλογικός κλονισμός», θα διαμοιράζει το φόβο, την ανασφάλεια, τον περιορισμό.  Αυτή η  «κανονικότητα», αν και εφόσον κατορθώσει να εξασθενίσει τις αντιστάσεις και διαιρέσει την κοινωνία, θα τείνει να καταστεί αντικειμενικότητα. Ελπίζουμε μόνο να μη μας στύψουν για να μας ξαναγεμίσουν με τους εαυτούς τους (Τζ. Όργουελ).