Η επιστροφή του Κ. Σημίτη: αυτά δεν πρέπει να τα λέει ένας πρόεδρος

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ-150x150 (1)

Το νέο βιβλίο του πρώην Πρωθυπουργού Κ. Σημίτη -“Υπάρχει λύση;”- από τις εκδόσεις Πόλις παραπέμπει σ’ ένα στίχο του Κ. Καβάφη: “Την μια μονότονην ημέραν άλλη μονότονη, απαράλλακτη ακολουθεί”.  Με άλλα λόγια: μια από τα ίδια.

Στα 81 του πλέον, και αφού κατέκτησε όλα όσα μπορεί να επιδιώκει ένας πολιτικός, δεν λέει να αλλάξει. Μιλάει –συνήθως επικριτικά-  για τις πράξεις των άλλων και ποτέ για τις δικές του. Ο ίδιος είναι οι απόψεις του- παγίως  αλάνθαστες-  και τίποτε άλλο.  Σα να μην κυβέρνησε ποτέ.

Ο Κώστας  Σημίτης θα γινόταν  ένας καλός Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αλλά δεν του δόθηκε η ευκαιρία. Ομοίως θα γίνονταν ένας καλός  πρόεδρος της Κομισιόν, όπως ακούστηκε κάποτε- μάλλον για εσωτερική κατανάλωση.

Αλλά ο Κώστας  Σημίτης δεν ήταν καλός πρωθυπουργός -τουλάχιστον σε σχέση με τις προσδοκίες  που είχαν καλλιεργηθεί. Γι’ αυτό ίσως αποφάσισε να γίνει ένας καλός ομαδάρχης και ένας καλός συναξαριστής  του εαυτού του- όπως δείχνουν τα βιβλία του πλέον…

Είναι σοβαρός άνθρωπος, συγκροτημένος πολιτικός, ευπρεπής και  μελετημένος, με σταθερό ευρωπαϊκό προσανατολισμό, έχει δημόσιο ήθος και τρόπους, είναι δημοκράτης και  υπήρξε αγωνιστικός όταν χρειάσθηκε.

Αλλά  σε καμία περίπτωση  ο “εκσυγχρονισμός” που επαγγέλθηκε δεν πραγματοποιήθηκε κι ας έμεινε οκτώ χρόνια στην εξουσία. Ο ίδιος, όχι ο “εκσυγχρονισμός”. Η Ελλάδα δεν άλλαξε επί των ημερών του. Όπως πήρε τα πράγματα στην κοινωνία και στο κράτος έτσι τα άφησε. Εκτός αν θεωρηθεί αλλαγή η διαγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες.

unnamedΥπάρχει μια ολόκληρη φάμπρικα στο χώρο της ενημέρωσης που προσπαθεί να πείσει ότι υπήρξε ο  “καλύτερος πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης”. Δεν προκύπτει από πουθενά, ούτε η κοινή γνώμη έχει αυτή την άποψη -αν κριθεί από τις δημοσκοπήσεις.

Υπήρξε πολιτικός που δεν έπεισε, ως σήμερα, ούτε τους μισούς στο κόμμα του, αλλά κάποιοι τον αναφέρουν ως “εθνικό κεφάλαιο”– άγνωστο για ποια χρήση. Από τους σημερινούς πολιτικούς ο Σταύρος Θεοδωράκης και από τους πρώην η πολιτική υφιστάμενη του Άννα Διαμαντοπούλου.

Εθνικό κεφάλαιο που μηχανεύεται σε μυστικά δείπνα με πρώην υπουργούς του πως θα διαλύσει το κόμμα που τον έκανε πρωθυπουργό και πως θα κάνει πολιτικό τον  Γιάννη Στουρνάρα. Έλεος.

Κανείς  άλλος πρωθυπουργός δεν είχε τόσα “λιβανιστήρια” -πρόσωπα συνήθως του κύκλου του ή και της τάξης του. Κάποιοι τον δοξάζουν για τη “λαμπρή Ελλάδα” που άφησε- αναφερόμενοι σε μια περίοδο στην οποία οι πόροι που διέθετε η χώρα απέδωσαν πολύ λιγότερα από όσα θα μπορούσαν με καλύτερη διαχείριση και διαφάνεια.  

Παραλείπουν ότι επί των ημερών του έγινε η μεγαλύτερη αναδιανομή πλούτου υπέρ των λίγων. Ότι άφησε γκρίζες ζώνες στα Ίμια,  ενάμισι εκατομμύριο θύματα στο Χρηματιστήριο, ένα σωρό υπουργούς του στους προθαλάμους των ανακριτών και το ΠΑΣΟΚ  κληροδότημα στον  Γ. Παπανδρέου.

Ο Κ. Σημίτης υπήρξε πρωθυπουργός μιας εργασίας: ένταξη στην ΟΝΕ! Η στρατηγική  χαράχθηκε από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου το 1993. Ο ίδιος ανέλαβε από το 1996 την υλοποίηση. Σ’ αυτό υπάρχει κριτική ότι έβαλε στη χώρα στο Ευρώ με αμφιλεγόμενο τρόπο και πάντως βιαστικά και με πήλινα πόδια. Αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση.

Σε κάθε περίπτωση το πιστώνεται- συν τη συμβολή της κυβέρνησής του στην ένταξη της Κύπρου. Όχι αμελητέα, μετά τον μεγάλο Καραμανλή που επέβαλε και υπέγραψε το 1980 την ιστορική και σωτήρια για την Ελλάδα ένταξη στην ευρωπαϊκή οικογένεια- υπέρ της οποίας είχε ταχθεί εξ αρχής ο Σημίτης. Και τον Ανδρέα Παπανδρέου που υπέγραψε τη Ενιαία Πράξη το 1986- επί της ουσίας σημαντικότερη από το κοινό νόμισμα, ιδίως όπως εξελίχθηκε.

Στο εσωτερικό όμως τίποτε το ανατρεπτικό και αξιόλογο δεν έγινε επί των ημερών του Σημίτη- πέρα από τρέχουσα διαχείριση και μετέωρα βήματα εκσυγχρονισμού, αμφίβολης αξίας.

Αν δεν υπήρχε η πίεση της προετοιμασίας  των υποδομών για τους  Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004- επίσης επιλογή της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου- με την εσπευσμένη και λυτρωτική παρουσία  της Γιάννας Αγγελοπούλου στη διεκδίκηση και την οργάνωση- ο απολογισμός  του θα ήταν απογοητευτικός.

Αντίθετα έγιναν πολλά που συνιστούν συναλλαγή, διαφθορά και αναποφασιστικότητα– αν συγκριθεί το  ισχυρό ρεύμα που τον στήριξε στην αρχή. Δεν συγκρούστηκε με κανέναν- πόσο μάλλον με τη “διαπλοκή” που θέριεψε στις μέρες του. Ούτε καν με τους  φίλιους συνδικαλιστές που του έβαζαν το όριο στις μεταρρυθμίσεις που ανήγγειλε.

Ο Κώστας Σημίτης δεν ήταν ούτε καλός πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.  Δεν υπήρξε άλλωστε ποτέ ηγέτης του -με την έννοια ότι το πήρε από την αντιπολίτευση και το πήγε στην εξουσία. Αυτό το έκαναν μόνο οι δύο Παπανδρέου.

Ο ίδιος υπήρξε προϊόν των μηχανισμών του δια των οποίων πήρε την κυβέρνηση -συναλλασσόμενος με τους αξιωματούχους της- και το κράτος . Δι’ αυτών έκανε πολιτική και στο κόμμα, στο οποίο όμως άφησε τα πράγματα χειρότερα από ότι τα παρέλαβε. Ούτε καν την κομματική νεολαία δεν έθεσε υπό έλεγχο.

Αντί να αλλάξει το ΠΑΣΟΚ, το μετέτρεψε σε ομοσπονδιακό κόμμα. Ημι-επισήμως  το 35% των αξιωμάτων ανήκε στον  Άκη Τσοχατζόπουλο που τοποθετούσε τους δικούς του. Για ένα διάστημα έδινε κι ένα ποσοστό στον  Γερ. Αρσένη και κάτι στον Κ. Λαλιώτη.

Το ΠΑΣΟΚ επί των ημερών του οριστικοποιήθηκε ως το  απόλυτο κρατικό κόμμα- περιορίζοντας ακόμη και το πεδίο εφαρμογής  του  επαναστατικού νόμου για της προσλήψεις του  Αναστάση Πεπονή. Αυτό ήταν τυπικός αντι-εκσυγχρονισμός.

Στα θέματα διαχείρισης , όπως έλεγε ο Θ. Πάγκαλος, “δυσφορούσε όταν του μιλούσαν για διαφθορά, όχι γιατί υπήρχε αλλά γιατί μιλούσαν. Και όταν ο Γιάννης Καψής  άνοιξε ένα θέμα διαφθοράς σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, του είπε να …πάει στον εισαγγελέα!

Ο ίδιος δεν ανέλαβε ποτέ την ευθύνη του για τίποτε από όσα δυσάρεστα συνέβησαν επί των ημερών του  -και υπάρχουν πολλά και γνωστά σε όλους.

Σε πολιτικό επίπεδο, ούτε καν για την ακύρωση της μεταρρύθμισης στο ασφαλιστικό με την αποπομπή του Τάσου Γιαννίτση. Ούτε για την παραβίαση του Καταστατικού του ΠΑΣΟΚ, όταν το 2004  -για να μην λογοδοτήσει για την εντολή του 2000-  παρέδωσε το κόμμα στον Γ. Παπανδρέου- και ως διάδοχο του στο έλεος του Κ. Καραμανλή. Που τον νίκησε με βάση όσα είχε κάνει ο Σημίτης. Ο οποίος ωστόσο παραπονειται οτι … δεν στηριξε το έργο του!

Μετά την αποχώρησή του από το δημόσιο βίο -με τον εξευτελισμό της αποπομπής του από τη Κοινοβουλευτική Ομάδα που του επιφύλαξε ο  Γ. Παπανδρέου για ασήμαντη αφορμή και χωρίς να διαμαρτυρηθεί κάνεις πλην της Σούλας Μερεντίτη και του Αλέκου Παπαδόπουλου- κινείται στο παρασκήνιο. Γράφει, επίσης, ενδιαφέροντα άρθρα και αυτοβιογραφικά βιβλία για να θεμελιώσει αυτό που του απέδωσε κάποιος γνωστός του.

“Θέλει να πάρει τη ρεβάνς από τον Ανδρέα, κατασκευάζοντας ένα σχήμα τύπου Χαρ. Τρικούπη- Θ. Δηλιγιάννη, στο οποίο αυτός θα είναι πρώτος”

ΣΗΜΙΤΗΣΎστερα από ένα ογκώδες βιβλίο για τη ζωή, την οικογένεια και την πολιτική διαδρομή του  στο οποίο  δεν υπήρχε σταγόνα αυτοκριτικής, αλλά το διαπερνούσε η καλυμμένη εμπάθεια να βγει σκάρτος ο Ανδρέας Παπανδρέου και μονίμως στη σωστή πλευρά ο ίδιος-  τώρα περνάει στον σκληρό πυρήνα.

Δίνει στη δημοσιότητα ένα βιβλίο δια του οποίου προσπαθεί να ξορκίσει την ιστορική ανασφάλεια που τον διακρίνει, εκθέτοντας τη γνώμη του για επίμαχα θέματα, αλλά σε προστατευμένο και όχι σε ανεξάρτητο περιβάλλον.

Από αυτή την άποψη είναι μια πρωτοβουλία κατώτερη, αν όχι και προκλητική, των ρόλων που του ανέθεσε το ΠΑΣΟΚ και οι ψηφοφόροι του. Κείμενα για τον εαυτό του και την υστεροφημία του- σα να μην υπάρχει τίποτε άλλο άξιο να προσελκύσει το ενδιαφέρον του αυτή τη περίοδο.

Ένα βιβλίο για το οποίο ο καλύτερος τίτλος θα ήταν αυτός που είχε ένα άλλο βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Γαλλία για τον Ολάντ:

“Αυτά που δεν πρέπει να τα  λέει ένας πρόεδρος”.