Οι δελφίνοι του Τσίπρα οφείλουν να προστατεύουν το πολιτικό κεφάλαιο που τους άφησε και τον ίδιο

Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος

Γιατί όχι και υποψήφιος από την Προοδευτική Συμμαχία;

Όπως αποκάλυψε ο ημέτερος Βασίλης Σκουρής, ο Αλέξης Τσίπρας είναι ενοχλημένος με τις εσωκομματικές διεργασίες για τη διαδοχή του. Και παρότι δεν έχει πρόθεση εμπλοκής, δεν θα επιτρέψει τον εκφυλισμό της.

Επ αυτού, πολιτικοί παρατηρητές σημειώνουν ότι μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ υπό την ηγεσία του να ηττήθηκε σε τρεις συνεχόμενες εκλογές, αλλά με την παραίτησή του «σκούπισε» της ευθύνες από το τραπέζι και άφησε στους επιγόνους του επαρκές πολιτικό κεφάλαιο.

Παράλαβε ένα περιθωριακό, πολυτεμαχισμένο σχήμα διαμαρτυρίας και παρέδωσε κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης, με κυβερνώσα ταυτότητα. Ας μην κάνουν κάποιοι πως δεν καταλαβαίνουν: το 18% που συγκράτησε ο ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην επιχειρησιακή ανωτερότητα του Μητσοτάκη και του πανίσχυρου συστήματος υποστηρικτών του, οφείλεται αποκλειστικά στον Τσίπρα.

Το πρώτο που οφείλουν είναι να διαφυλάξουν το κύρος του μέχρι τώρα επικεφαλής τους και να προστατεύουν την πολιτική του υπόσταση.

Ο Τσίπρας έγραψε ένα αυτόνομο κεφάλαιο στη σύγχρονη πολιτική σκηνή. Πέτυχε το ακατόρθωτο, φέρνοντας στην κυβέρνηση ένα «προβληματικοί» κόμμα της ελάσσονος Αριστεράς, ελκύοντας ο ίδιος προσωπικά την ψήφο της Κεντροαριστεράς. Και έλυσε προβλήματα μεγάλου μεγέθους και κρίσιμης σημασίας για τη χώρα– που παρέλαβε χρεοκοπημένη και δεμένη πισθάγκωνα- όπως είναι η έξοδος από το Μνημόνιο και η λύση του Μακεδονικού.

Τα λάθη του είναι ίσως περισσότερα από όσα φαντάζονται μερικοί. Αλλά πλέον δεν έχει καμία σημασία να αναφερθούν. Θα τα αξιολογήσουν, στην ώρα τους, οι ιστορικοί.

Για τους επίγονους του προέχει απλώς να μην τα επαναλάβουν. Και πολύ περισσότερο να μην τα επιδεινώσουν, όπως ήδη άρχισαν να κάνουν.

Δεν υπάρχει λοιπόν κανέναν λόγος ούτε για κουτοπόνηρες «αυτοκριτικές» που τον δείχνουν, ούτε για «δοξαστικά» που τον παρουσιάζουν όπως βολεύεται ο καθένας αυτή την περίοδο.

Αρκεί η τεκμηριωμένη υπεράσπιση των πλευρών της κυβερνητικής θητείας του. Πρωτίστως η επικράτηση της ευπρέπειας του δημοσίου λόγου του, του προσωπικού ήθους και της τεκμηριωμένης παρουσίασης θέσεων του. Η σκηνική παρουσία είναι ατομικό χάρισμα.

Οσοι προσπαθούν να ανθίσουν στη σκιά του ή κλείνουν το μάτι ότι είναι συνεχιστές του ως «προεδρικοί», όσοι σπεύδουν να φωτογραφηθούν δίπλα του και όσοι προσπαθούν να υπάρξουν ως εντολοδόχοι του, προσφέρουν αρνητικές υπηρεσίες – στον ίδιο βαθμό με τους υπονομευτές του ως τις εκλογές.

Οσοι για το ενδεχόμενο επιστροφής του Τσίπρα-όπως και του Καραμανλή στην άλλη παράταξη-θα το κρίνει ο χρόνος και τα συμφραζόμενα που θα διαμορφώνουν τις μέλλουσες συγκυρίες -όχι οι ίδιοι.

Το δεύτερο που οφείλουν να προστατεύσουν οι Συριζαίοι είναι ο ρόλος που τους άφησε στο πολιτικό σύστημα. Αυτό σημαίνει κάτι απλό: όποιος πάρει τη θέση του στην ηγεσία αυτομάτως καθίσταται υποψήφιος Πρωθυπουργός, για τις επόμενες εκλογές. Δεν μπορεί να έχει άλλο στόχο ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Από αυτή την άποψη τα πράγματα είναι απλά, για όσους διαθέτουν στοιχειώδη κομματικό πατριωτισμό και προσωπική εντιμότητα: αυτό που ζητείται αυτή τη στιγμή στον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ένας ιντριγκαδόρος που θα πείσει μερικές χιλιάδες μέλη να τον χρίσουν πρόεδρο μιας αποξηραμένης πλειοψηφίας .

Ζητείται υποψήφιος Πρωθυπουργός. Με καλό βιογραφικό, πολιτική συγκρότηση, προσωπική ακεραιότητα, ευχέρεια του να κινείται στο διεθνή χώρο και να επικοινωνεί με την ελληνική κοινωνία, και «καθαρότητα» από όσα οδήγησαν στην εκλογική τραγωδία.

Συνεπώς αντί διάφοροι ανεπαρκείς, προβληματικοί και επιβαρυμένοι- ακόμη και σαλταρισμένοι- να περιφέρονται στα ΜΜΕ και να ραδιουργούν στα παρασκήνια, το κόμμα οφείλει συλλογική σοβαρότητα.

Να εγκαταλειφθούν οι άγονες- και σε κάποιες περιπτώσεις αρρωστημένες, ή υποκινούμενες φιλοδοξίες, – και να δουν όλοι μαζί το θέμα της ηγεσίας από μηδενική βάση, αν είναι δυνατό.

Να καταλήξουν στις δυο περισσότερο επαρκείς υποψηφιότητες και να βρουν τρόπο να φέρουν στην κάλπη και τα 170.000 μέλη του «όλου ΣΥΡΙΖΑ» . Για επιλέξουν για την ηγεσία με καθαρή πλειοψηφία- ένας από τους δυο- με εντολή ανασύνταξης, που θα αποδεχθούν όλοι.

Αλλιώς, απλώς επωάζουν τις διασπάσεις τους. Και στην πορεία ο ΣΥΡΙΖΑ θα χάσει το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Το τρίτο είναι η ιδεολογική διαύγεια . Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προηγηθεί η πολιτική συζήτηση που θα ορίσει την πολιτική και να ακολουθήσει η εκλογή προέδρου. Αν επιμείνουν στον «οργανωτισμό», όπως έκαναν στα συνέδρια τους, δεν έχουν τύχη.

Προφανώς αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για ένα «ελληνικό Επινέ». Αλλά η έννοια του «συνεδρίου επανίδρυσης» που κατέθεσε ο Διον. Τεμπονέρας είναι θεμελιώδης. Προέχει να αποφασιστεί συλλογικά και από τη βάση- όχι από ινστρούχτορες και μηχανισμούς- η ιδεολογία και η πολιτική ταυτότητα του κόμματος.

Προέχει η ενοποίησή του,ακόμη και αν χρειαστεί να αλλάξει τίτλο – για να φύγει από τη μέση το αμφίσημο και αποδοκιμασθέν ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Και είναι απαραίτητη η σαφής διεθνής ένταξη με την πρόταση του Κ. Ζαχαριάδη για προσέγγιση των Ευρωσοσιαλιστών. Με εγκατάλειψη γκρουπούσκουλων της «Ευρωπαϊκής Αριστεράς» που δεν αντιπροσωπεύει τίποτε και δεν έχει ρόλο στην Ευρώπη- ούτε πιστεύει στο κοινοτικό δημιούργημα.

Εφόσον αναδειχθεί το νέο ιδεολογικό προφίλ του κόμματος.- ακόμη και αν χρειαστεί να αποβληθούν όσοι είναι κολλημένοι σε παρακμιακά ιδεολογήματα– και προκύψουν με σαφήνεια οι πολιτικές αρχές και στόχοι του – για τη χώρα, όχι για τον εαυτό του, μπορούν εύκολα και λειτουργικά να αναδείξουν και την ηγεσία- που θα τα υπηρετήσει.

Οσοι έχουν αντιρρήσεις μπορούν να αποχωρήσουν ή να απομονωθούν, ακόμη και να απομακρυνθούν. Θα είναι εξυγιαντικό, όπως αποδείχθηκε με τις περιπτώσεις Λαφαζάνη, Βαρουφάκη, Κωνσταντοπούλου το 2015.

Ο καθείς και ο δρόμος του. Κόμματα -τουρλουμπούκι, σε διεθνή απομόνωση και ανακυκλούμενη εσωστρέφεια με φράξιες και ομάδες δεν έχουν τύχη ως κυβερνητικές δυνάμεις. Όσοι βλέπουν τον ΣΥΡΙΖΑ σεμινάριο «αριστερής καθαρότητας» για να επιβιώνουν οι ίδιοι, έχασαν επεισόδια- εκτός από τις εκλογές.

Από την παρέλαση υποψηφιοτήτων προκύπτει ότι λείπει το νέο πρόσωπο που θα μπορούσε να πάρει στην πλάτη τον ΣΥΡΙΖΑ, να ξεκαθαρίσει τις γραμμές τους και να ανοίξει νέους διάδρομους επαφής με την κοινωνία, με αξιόπιστη οργάνωση και λειτουργικές παρεμβάσεις στο μαζικό χώρο- αρχίζοντας από την Αυτοδιοίκηση.

Αυτό είναι κρίσιμο έλλειμμα. Το 2008 αν δεν υπήρχε ο Τσίπρας, οι προοπτικές που ενσάρκωναν ο Αλαβάνος, ο Κουβέλης, ο Λαφαζάνης και οι ηγετίσκοι κάθε «συνιστώσας, ούτε στη Βουλή δεν μπορούσαν να κρατήσουν το κόμμα.

Όπως έχουν αυτή τη στιγμή τα πράγματα, το καλύτερο για τον ΣΥΡΙΖΑ – και το δημόσιο βίο γενικότερα- θα είναι να κριθεί η ηγεσία ανάμεσα στον Ευκλείδη Τσακαλώτο και την Έφη Αχτσιόγλου. Με κριτήριο ποιος μπορεί να κινήσει μπροστά τα πράγματα και να βγάλει από το κόμμα τη σκουριά. Οποιος επικρατήσει ας δείξει τι πήδημα μπορεί να κάνει στη Ρόδο.

Πέρα από αυτούς οι άλλες υποψηφιότητες είναι καταστροφικές, διασπαστικές και αναδύουν αμοραλισμούς και μικρομεγαλισμό.

Ισως το μόνο ενδιαφέρον θα ήταν δίπλα στους δυο «μονομάχους» να προστεθεί και μια υποψηφιότητα προερχόμενοι από το σκέλος «Προοδευτική Συμμαχία» του τίτλου. Σε τελευταία ανάλυση ο «κομματικός ΣΥΡΙΖΑ» ήταν και μειοψηφία στο ρεύμα που μετά το 2012 οδήγησε στην κυβέρνηση- και προφανώς παραμένει.Ενας υποψήφιος εκτός της γραφειοκρατίας της Κουμουνδούρου μάλλον θα προσθέσει δυναμική και θα διευρύνει την πολιτική αντιπροσωπευτικότητα του ΣΥΡΙΖΑ- που δεν παύει να κινδυνεύει από το ΠΑΣΟΚ.

ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS. GR